Κείμενο: Νίκος Τσαμάνδουρας
Συνταξιδιώτες: Γιάννης και Ορέστης Καρύδης, Μάνος Δερμιτζάκης
Το δεύτερο μέρος του μοτοταξιδιού μας μπορείτε να το διαβάσετε εδώ. Ακολουθεί το 3ο και τελευταίο κομμάτι ενός πραγματικά ιδιαίτερου ταξιδιού.
Παρά το γεγονός ότι το πρωινό στο Ζαμπλιάκ του Μαυροβουνίου ήταν ηλιόλουστο, ο πάγος υπήρχε και η ζημιά είχε γίνει. Αναφέρομαι στη δακρύζουσα μπουκάλα της πίσω ανάρτησης του GS της παρέας, που ήρθε να δώσει ένα παραπάνω τόνο σασπένς στο όλο μας ταξίδι. Ξεκινήσαμε προσεκτικά και με το όποιο σχετικό ρίσκο να αναστέλλει τις τάσεις για «παιχνίδια». Προορισμός ήταν η Βοσνία και όλα τα άλλα έρχονταν δεύτερα. Εκεί, τόπος διαμονής θα ήταν το άκρως τουριστικό Μόσταρ, ωστόσο ενδιαφέρον είχε και η διαδρομή μέχρι να φτάσουμε. Αξέχαστα σημεία το Πλουζίν, αλλά και η τεχνητή λίμνη Πίβα με το απίστευτα επιβλητικό φυσικό κάλλος.
Σύνορα Βοσνίας, καπνός και σκόνη
Όταν πλέον η ρότα μας είχε απλά ως μόνη στάση ένα σημείο στην επαρχία της Βοσνίας για τα διαδικαστικά της ξεκούρασης, η αντανάκλαση της βαλκανικής –υπο ίσως- κουλτούρας ήταν έντονη. Μυρωδιά καμένου σε αχανείς εκτάσεις που καίγονταν χορτάρια μαζί με πλαστικά. Προετοιμασία για τις επόμενες καλλιέργειες μαζί με τα σκουπίδια στον ίδιο χώρο. Ευτυχώς με ένα ειρωνικό τρόπο, η φωτιά δίνει λύσεις.. Σταματήσαμε σε ένα αμφιβόλου ηθικής καφέ σε ένα χωριό που είναι δύσκολο να προσδιορίσω. Νωρίς το απογευματάκι ήταν μα οι λίγοι περαστικοί ήταν αρκετοί για να μας θυμίσουν πως εμείς ήμασταν οι ξένοι, με το.. Face control να χτυπάει κόκκινο. Φτάσαμε εν τέλει στο Μόσταρ με τη δύση του ήλιου. Μεγάλη πόλη, με καλό βιωτικό επίπεδο, που διαρρέεται από τον ποταμό Νερέτβα. Περπατώντας στην παλιά πόλη μες τη νύχτα όλα είναι όμορφα, ενώ επιβάλλεται το πέρασμα από τη γέφυρα Στάρι Μοστ, η οποία μετά από τα όσα έχει περάσει η Βοσνία αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco. Παρά την όποια ευημερία συναντάς στo Μόσταρ, θα δεις και πάλι τα βομβαρδισμένα κτίρια, μακάβρια ενθύμια της διαλυμένης Γιουγκοσλαβίας και των απόνερων που έφερε ο εκεί εθνικισμός.
Οι τρύπες από τις σφαίρες στους τοίχους καλώς είναι ακόμα εκεί, γιατί όποιοι ξεχνούν την ιστορία τους είναι καταδικασμένοι στο να την ξαναζήσουν. Το επόμενο πρωί θα ξεκινούσαμε για Κροατία, με προορισμό το Ντουμπρόβνικ. Έμεινε όμως μια ακόμα εκκρεμότητα ονόματι Σεράγεβο. Οι εικόνες από τα κτίρια εξηγούσαν τι σήμαιναν οι στίχοι των Magic de Spell όταν μιλούσαν για «Διακοπές στο Σεράγεβο». Ίσως την επόμενη φορά. Στις επαρχίες μεταξύ των δυο χωρών που διασχίζαμε κυριαρχεί το πράσινο ενώ οι ορεινές διαδρομές χαρακτηρίζονται από στενούς, πολύ «στριφτερούς» δρόμους με μέτρια προς κακή ποιότητα ασφάλτου. Αξίζει να έχει ο ταξιδιώτης το νου του τριγύρω γιατί υπάρχουν διάσπαρτα ερειπωμένα κάστρα τα οποία είναι ξέφραγα αμπέλια. Βρεθήκαμε και μέσα σε ένα τέτοιο πύργο και πάλι η γνωστή μελαγχολία χτύπησε ένα καμπανάκι υπενθύμισης. Αυτό το «περασμένα μεγαλεία» ήταν εκεί.
Δαλματικές ακτές: Το αντίδοτο
Από Κροατία θα βλέπαμε λίγα, τουριστικά μα καλά πράγματα. Λοξοδρομώντας από τη Neum, κατηφορίζοντας με θέα τις Δαλματικές ακτές θα φτάναμε στο Ντουμπρόβνικ. Η θάλασσα το έχει αυτό, να γαληνεύει και να μας ηρεμεί και αυτό έκανε. Παλιό βενετικό λιμάνι το Ντουμπρόβνικ, άρα μπορεί να καταλάβει κανείς την αισθητική του. Αέρας άλλης εποχής στο κοσμοπολίτικο άνοιγμα της Κροατίας προς την Αδριατική, ενώ δεν γίνεται να μην περάσεις από την παλιά καστροπολιτεία. Περπατώντας μέσα στην παλιά αυτή πόλη, ο ήλιος κρύβεται συχνά μες τα πολύ στενά σοκάκια με τα πολλά σκαλιά. Μαγαζάκια, εστιατόρια και καφετέριες διάσπαρτα παντού, ενώ ξεχωρίζουν και οι εκκλησίες με την εντυπωσιακή αρχιτεκτονική.
Το fun fact είναι πως η παλιά πόλη του Ντουμπρόβνικ έχει αποτελέσει σκηνικό για τα γυρίσματα του Game of Thrones, επομένως μπορείτε να φανταστείτε τι θεματολογία έχουν τα περισσότερα αναμνηστικά εκεί. Αφού παλέψαμε με το κυκλοφοριακό του.. τουρίστα, θα συνεχίζαμε την πορεία μας κατηφορίζοντας ξανά προς το Μαυροβούνιο με προορισμό διανυκτέρευσης το Κότορ. Έχοντας αλλάξει τρεις χώρες σε μια μέρα η κούραση είχε αρχίσει να κάνει έντονη την εμφάνιση της, ωστόσο η παραλιακή θέα μας αντάμειβε. Σταματήσαμε για λίγο απέναντι από το Τίβατ, όπου εκεί ανάμεσα στα ψαροχώρια βλέπεις ότι η ζωή είναι ωραία όταν είναι απλή. Όταν φτάσαμε τελικά στο Κότορ, συναντήσαμε ακόμα ένα γραφικό λιμάνι άλλης εποχής, που έκρυβε ακόμα μια παλιά καστροπολιτεία ενετικής αισθητικής. Η βόλτα στην αντίστοιχη παλιά πόλη είναι επιβεβλημένη, ενώ μέσα της κρύβονται και πάλι «άπειρα» μαγαζάκια και καφετέριες.
Το Κότορ, όπως και πολλά άλλα σημεία του ταξιδιού μας, δεν είναι μόνο για ένα βράδυ, όμως δεδομένων των συνθηκών προσπαθήσαμε να χαρούμε όσο περισσότερο γίνεται τη θέα του λιμανιού, περπατώντας κατά μήκος του κόλπου που σχηματιζόταν. Το επόμενο πρωί θα είχε καφέ στην πλατεία της παλιά πόλης και ξεκίνημα για την τελευταία μας εκτός Ελλάδας διανυκτέρευση στα Τίρανα.
Αλβανία, η αρχή του τέλους
Βαρύγδουπος τίτλος, ε; Η αλήθεια είναι πως μπαίνοντας στην Αλβανία τα Βαλκάνια με την κακή έννοια επιστρέφουν. Οδηγοί που οδηγούν δίχως αύριο, δρόμοι κακοί από όλες τις απόψεις και χωράφια φλεγόμενα και πάλι! Χαρακτηριστική ήταν η στιγμή που οι φλόγες στις εκτάσεις δίπλα στο δρόμο είχαν ξεφύγει τόσο που κυριολεκτικά έγλυφαν την άσφαλτο, με εμάς να περνάμε από μέσα τους σαν αναστενάρηδες. Ενδεικτικά, συναντήσαμε τουλάχιστον δυο σοβαρά τροχαία που είχαν συμβεί λίγο πριν περάσουμε από τα σημεία, με τα αυτοκίνητα άκρως στραπατσαρισμένα, αλλά με τους επιβάτες τους να φαίνεται πως είχαν γλυτώσει τα χειρότερα. Όσο πλησιάζαμε προς τα Τίρανα το σκηνικό θύμιζε σύγχρονη πρωτεύουσα, με το κυκλοφοριακό χάος να δίνει ρεσιτάλ. Ενώ είχαμε κολλήσει στην κίνηση, αυτό που έλειπε ήταν η βροχή. Ήρθε λοιπόν και αυτή προκαλώντας και άλλη σύγχυση και ακόμα περισσότερο χάος. Αφού βρήκαμε ξενοδοχείο και πάρκινγκ κάναμε τη βόλτα μας στα Τίρανα.
Μια μεγαλούπολη χαοτική, που όπως συμβαίνει σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα των Βαλκανίων χαρακτηρίζεται από έντονες αντιθέσεις. Υπέρμετρος πλούτος στα κτίρια των πολυεθνικών, φτωχικά σπίτια μες την πατέντα στις συνοικίες. Οι αλληλεπιδράσεις μας με τον κόσμο εκεί ήταν κυρίως φιλικές, εύκολο να καταλάβει κανείς το γιατί. Φεύγοντας προς Ιωάννινα αποχαιρετάμε την αλβανική πρωτεύουσα με τον ίδιο τρόπο που μας υποδέχτηκε, πνιγμένοι στο κυκλοφοριακό ποτάμι. Ευτυχώς, η διαδρομή βελτιώθηκε αισθητά όσο πηγαίναμε προς Τεπελένι και μετά Αργυρόκαστρο, όπου κάναμε ακόμα μια στάση. Βέβαια και εκεί είχαμε ευτράπελα, καθώς η πορεία μας διακόπηκε από ένα κοπάδι αγελάδες στη μέση του δρόμου. Περνώντας τα σύνορα ξανά, για τελευταία φορά για αυτό το ταξίδι, θα μέναμε στα Ιωάννινα. Μια διαδρομή οικεία πλέον, σηματοδοτούσε την αυλαία της –τραβάτε με και ας κλαίω- Οδύσσειάς μας. Μια ανακούφιση την είχαμε που όλα είχαν πάει καλά και το μόνο που έμενε ήταν ένα βράδυ με φίλους παλιούς και μη, στο ολοζώντανο κέντρο των Ιωαννίνων. Το επόμενο πρωί φύγαμε με ένα μικρό παράπονο πνιγμένο στη λίμνη, παράπονο που δε μας έπαιρνε να μείνουμε λίγο ακόμα. Βέβαια τα πράγματα ήταν σοβαρά καθώς είχαμε να προλάβουμε ένα πλοίο για Κρήτη, να επιστρέψουμε το Tiger και να διασχίσουμε και ένα.. τυφώνα, μιας και πέσαμε ακριβώς στο πέρασμα του «Ξενοφώντα». Μια στάση στη Φιλιππιάδα ήταν απαραίτητη, με την ελπίδα ότι θα σταματήσει η βροχή.
Αυτό δεν έγινε ποτέ, αντίθετα χειροτέρεψε με τον αέρα να μας μαστιγώνει με ριπές 8-9 μποφόρ και την Ιονία οδό να φαίνεται ατέλειωτη. Στο Αντίριο είχαμε τερματίσει το θέμα βροχή, κάτι που εν τέλει αποδείχθηκε πολύ δυνατό τεστ για τον εξοπλισμό μου. Φτάσαμε επιτέλους στην Αθήνα για να κολλήσουμε και πάλι στην κυκλοφορία ως που τελικά καταλήξαμε στο παλιό αμαξοστάσιο στο Γκάζι, όπου ήταν και η έκθεση «Ημέρες Μοτοσυκλέτας». Ήταν Κυριακή βλέπετε και η αντιπροσωπεία της Triumph που μου παραχώρησε τη μοτοσυκλέτα έδινε το παρών ενεργά εκεί. Με βαριά καρδιά και ένα κρυφό καμάρι το Tiger 800XCx ήταν πλέον στο περίπτερο της βρετανικής εταιρίας. Ταλαιπωρημένος μα αγέρωχος ο Τίγρης, ακόμα φορτωμένος με τα πράγματά μου, έδειξε από τι είναι φτιαγμένος παρά την ταλαίπωρη εικόνα που του είχα προκαλέσει. Αφού κάναμε και τη βόλτα μας στην έκθεση, είχε έρθει η ώρα του γυρισμού, το πλοίο μας περίμενε και η ρουτίνα της Δευτέρας μας την είχε στημένη στη γωνία..
Σχετικά με τον εξοπλισμό
Φορώντας τον εξοπλισμό αδιάκοπα για 8 μέρες και μάλιστα υπό διαφορετικές καιρικές συνθήκες, από ζέστη μέχρι κρύο και βροχή, νομίζω πως αν μη τι άλλο μπορώ να έχω κάποια ξεκάθαρα συμπεράσματα. Σχετικά με το κράνος, το Caberg Jackal είναι μια πολύ τίμια πρόταση για την τιμή και την ποιότητα των υλικών του. Παρά το επιθετικό του σχήμα, οι αεροδυναμικοί θόρυβοι είναι υπαρκτοί σε μεγάλες ταχύτητες και κυρίως όταν ο άνεμος έχει πλευρική κατεύθυνση. Στα μεγάλα του συν είναι σίγουρα η τιμή, η εμφάνιση και το πολύ καλό οπτικό πεδίο. Ως προς το μπουφάν τεσσάρων εποχών, το Nordcap Apollo, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Προστασίες σε αγκώνες, ώμους και πλάτη, αφαιρούμενη αδιάβροχη και χωριστή ισοθερμική επένδυση. Χαρακτηριστικά που άλλοι κατασκευαστές τα προσφέρουν έξτρα και μάλιστα με αρκετά υψηλότερο κόστος, εδώ είναι παρόντα από την αρχή και μάλιστα με σαφώς χαμηλότερη τιμή.
Τα ίδια ισχύουν και για το παντελόνι τεσσάρων εποχών (Nordcap Adventure). Ευχάριστη νότα οι δυνατοί μαγνήτες στις τσέπες του εξαερισμού. Τα γάντια (Nordcap Bergen) είχαν το πιο δύσκολο έργο. Τα γάντια της μοτοσυκλέτας γενικά, λόγω των ενισχύσεων και των σκληρών υλικών που τα αποτελούν θέλουν το χρόνο τους μέχρι να αποδώσουν τη μέγιστη άνεση και να έρχονται… «γάντι». Στην περίπτωση των Bergen αυτό ήταν υπόθεση δυο ημερών, με το μέγιστο τεστ να είναι η προσαρμογή στη χρήση των πλήκτρων και του joystick του Tiger, ενώ χρήσιμο και λειτουργικό αποδείχθηκε το λάστιχο που λειτουργεί σαν «υαλοκαθαριστήρας» για τη ζελατίνα του κράνους. Τέλος, ως προς τις μπότες, τις Forma Nero έχουμε μια ακόμα πρόταση λογικού Budget όπως ήταν όλη η φιλοσοφία του προαναφερθέντος εξοπλισμού. Πρόκειται για δερμάτινες μπότες τουρισμού, με πολύ καλά επίπεδα άνεσης και αντιολισθητικότητας, ενώ μέχρι ενός σημείου βροχής είναι και αδιάβροχες.
Επίλογος και ευχαριστίες
Το ταξίδι αυτό δεν γίνεται κάθε μέρα και σίγουρα δεν σας έχω μεταφέρει ότι ακριβώς είδαμε και κάναμε παρά μόνο μια επιδερμική αφήγηση αυτών. Σχεδόν 3.500 χλμ σε 9 μέρες ήταν αυτά, οπότε οι εμπειρίες και οι εικόνες παραήταν πολλές. Μετά από τόσες μνήμες συμπυκνωμένες και τόση τροφή για σκέψη, αναθεωρείς πολλά σε μια διαδικασία από μέσα προς τα έξω και το ανάποδο. Τα Βαλκάνια είναι η γη των άκρων, των αντιθέσεων που δομούν τις σύγχρονες κοινωνίες στον υπερθετικό βαθμό. Δε μπορείς να γυρίσεις ανέγγιχτος και απαθής λοιπόν. Πρέπει να σπάει η γυάλα του μικρόκοσμου του καθενός που και που. Προσωπικά ευχαριστώ τους σύντροχους Γιάννη, Μάνο και Ορέστη και φυσικά ιδιαίτερα την Triumph Greece για την παραχώρηση της μοτοσυκλέτας, το Motomarket.gr για τον πλήρη εξοπλισμό που μου παρείχε και τη Blue Star Ferries για τη συνδρομή της στις θαλάσσιες μετακινήσεις μας (ξεκινήσαμε από Κρήτη). Τέλος μα όχι τελευταίοι, τίποτα δεν θα γινόταν χωρίς την εμπειρία του Νίκου Βιτσιλάκη και τα παιδιά του 2WO Moto Club.
Και στην επόμενη με το καλό, στόχος μας είναι να πάμε πιο ανατολικά της Ευρώπης!