Οι επενδυτές που πιέζουν τις πετρελαϊκές να μοιράζουν υψηλά μερίσματα αντί να επενδύουν στην ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους θέτουν άθελά τους τις βάσεις για ένα πρωτοφανές άλμα στις τιμές του αργού, σύμφωνα με την Sanford C. Bernstein & Co.
Η απαίτηση για επιστροφές και διανομή μερισμάτων επικρατεί έναντι των αναγκαίων κεφαλαιουχικών δαπανών για την εύρεση νέων κοιτασμάτων, ανέφεραν σε σημείωμά τους αναλυτές, μεταξύ αυτών και ο Neil Beveridge την Παρασκευή, όπως αναφέρει το πρακτορείο Bloomberg.
Η συγκεκριμένη τάση οδηγεί σε μείωση των αποθεμάτων των μεγάλων παραγωγών και σε βύθιση του δείκτη επανεπένδυσης στα χαμηλότερα επίπεδα μιας ολόκληρης γενιάς, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για σπάσιμο κάθε ρεκόρ που σημειώθηκε την περασμένη δεκαετία στις τιμές του πετρελαίου, σύμφωνα με την Bernstein.
«Οι επενδυτές (…) θα μετανιώσουν πικρά για τις χαμηλότερες του αναγκαίου επενδύσεις στη βιομηχανία», σημειώνουν οι αναλυτές.
«Οποιαδήποτε μείωση στην προσφορά θα οδηγήσει σε τεράστιο άλμα στις τιμές, που πιθανότατα να αγγίξουν επίπεδα πολύ υψηλότερα των 150 δολαρίων το βαρέλι, τα οποία είχαμε δει το 2008», αναφέρουν.
Η υπερπροσφορά αργού σε παγκόσμια κλίμακα έχει κρύψει κάτω από το χαλί την χρόνια ανεπάρκεια επενδύσεων στον κλάδο, τονίζει η Bernstein.
Το πετρέλαιο έχει αγγίξει υψηλά τριετίας, καθώς ο ΟΠΕΚ, αλλά και οι υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες είχαν συμφωνήσει από τον Ιανουάριο του 2017 σε συντονισμένη μείωση της παραγωγής για να συγκρατήσουν την τιμή του αργού.
Πρόσφατα αποφάσισαν να αλλάξουν “ρότα” με λελογισμένη αύξηση, ωστόσο οι διαταραχές στην παραγωγή της Λιβύης, της Βενεζουέλας και του Καναδά κρατούν τις τιμές ψηλά.