Υπέρ της σταδιακής μείωσης της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους τάσσεται ομάδα διακεκριμένων οικονομολόγων που συνδέει την πρότασή της με με τη δημοσιονομική πειθαρχία στην Ελλάδα, έτσι ώστε μέχρι το 2037 το χρέος να καταστεί βιώσιμο, σύμφωνα με άρθρο της Neue Zürcher Zeitung. Τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσει η Ελλάδα για να ξαναβγεί στις χρηματαγορές προβάλλει η Handelsblatt.
Ομάδα διακεκριμένων οικονομολόγων τάσσεται υπέρ μια σταδιακής μείωσης της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους.
Οι οικονομολόγοι συνδέουν την πρότασή τους με τη δημοσιονομική πειθαρχία στην Ελλάδα, έτσι ώστε μέχρι το 2037 το χρέος να καταστεί βιώσιμο, γράφει η Neue Zürcher Zeitung σε άρθρο με τίτλο «Αναγκαίο το κούρεμα».
Η ελβετική εφημερίδα σημειώνει: «Οι ειδικοί, ανάμεσα στους οποίους ο Ρίτσαρντ Πόρτες, η Μπεατρίς Βέντερ ντι Μάουρο, ο Τσαρλς Βίπλος και ο Μπάρι Άιχενσταϊν, σημειώνουν σε δύο εκθέσεις για το Κέντρο Οικονομικών και Πολιτικών Ερευνών (CEPR) και το Ινστιτούτο Διεθνούς Οικονομίας Πίτερσον (PIIE) ότι κανένα άλλο μέτρο δεν είναι σε θέση να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους όπως ένα κούρεμα».
«Οι αναλύσεις τους δείχνουν ότι ακόμα και αν εφαρμοστούν ελαφρύνσεις και γίνουν πραγματικότητα οι φιλόδοξες υποθέσεις σχετικά με την ανάπτυξη, τον πληθωρισμό και την δημοσιονομική πολιτική, τότε στην καλύτερη περίπτωση να υπάρξει παρόμοιο αποτέλεσμα με το κούρεμα.
Οι έρευνες των οικονομολόγων δείχνουν επίσης ότι δεν αποδίδει ούτε η συνέχιση χρηματοδότησης από τον ΕΜΣ, αλλά ούτε και η αναδιάρθρωση πιστώσεων του EFSF ή των διακρατικών υποχρεώσεων GLF. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι με αυτό τον τρόπο δεν διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του χρέους, το οποίο θα επιβαρύνει πολλές από τις επόμενες γενιές.
Κατά συνέπεια οι οικονομολόγοι καταλήγουν ότι μόνο ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους, υπό προϋποθέσεις, είναι σε θέση να τερματίσει την κρίση», γράφει η NZZ.
«Τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσει η Ελλάδα για να επιστρέψει στις αγορές»
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος επιδιώκει να θωρακίσει την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές με ένα «μαξιλάρι ρευστότητας» 19 δισεκατομμυρίων, το οποίο σε περίπτωση δύσκολων συγκυριών θα καλύψει ενδεχόμενες ανάγκες αναχρηματοδόρησης μέχρι το 2020, παρατηρεί η εφημερίδα Handelsblatt σε άρθρο με τίτλο «Τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσει η Ελλάδα για να επιστρέψει στις αγορές».
Η οικονομική εφημερίδα σημειώνει: «Μετά την επιτυχημένη έκδοση επταετούς ομολόγου τον Φεβρουάριο, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) σχεδιάζει μέχρι τον Αύγουστο την έκδοση δύο ακόμα ομολόγων τριετούς και δεκαετούς διάρκειας.
Η απόδοση των ομολόγων αυξήθηκε πλέον από 3,65% στα τέλη Ιανουαρίου σε πάνω από 4%.
Οι λόγοι ποικίλλουν.
Σε διεθνές επίπεδο ο επαπειλούμενος εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας, η επικράτηση των ευρωσκεπτικιστών στην Ιταλία, αλλά και ο κίνδυνος κλιμάκωσης της κρίσης στη Συρία προκαλούν ανησυχία στους επενδυτές.
Από τον Φεβρουάριο η απόδοση των ελληνικών ομολόγων παραμένει καθηλωμένη σε πάνω από 4%, ενώ -συγκριτικά- οι αποδόσεις αντίστοιχων ομολόγων άλλων χωρών της ευρωκρίσης μειώνονται. Που σημαίνει ότι οι επενδυτές αντιμετωπίζουν ακόμα την Ελλάδα ως ειδική περίπτωση με υψηλούς κινδύνους.
Πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι αντί η ελληνική κυβέρνηση να προσπαθεί να δημιουργήσει ένα ‘μαξιλάρι ρευστότητας’ δανειζόμενη με υψηλά επιτόκια, θα ήταν προτιμότερο να διαπραγματευθεί μια πιστοληπτική γραμμή στήριξης με ευνοϊκούς όρους, χρησιμοποιώντας ανεκμετάλλευτους πόρους από το τρίτο πρόγραμμα.
Είναι αυτονόητο ότι μια τέτοια πιστοληπτική γραμμή στήριξης θα συνδεόταν με όρους. Κάτι που ο Αλέξης Τσίπρας ούτε που θέλει να ακούει την ώρα που υπόσχεται ‘καθαρή και οριστική έξοδο’.
Σε περίπτωση που επιτύχει τον στόχο του, τότε έχει πολλές πιθανότητες να κερδίσει τις πρόωρες εκλογές, τις οποίες θα δρομολογήσει, σε αυτή την περίπτωση, για το φθινόπωρο.
Νέα μέτρα και νέες μεταρρυθμίσεις ισοδυναμούν για τον Έλληνα πρωθυπουργό με πολιτική αυτοκτονία», σχολιάζει η HB.