Στο πρόσφατο sell-off που ταρακούνησε πριν από λίγες ημέρες τις διεθνείς χρηματαγορές, αναφέρεται σε έκθεσή της η Berenberg αξιολογώντας τους κινδύνους που ανακύπτουν από την απότομη διόρθωση. Όπως σημειώνει, «τα σκαμπανεβάσματα είναι μέρος της ζωής. Για έναν οικονομολόγο, όμως, το βασικό ερώτημα είναι εάν η ισχυρή διόρθωση στις αγορές μπορεί να σηματοδοτεί το τέλος της μετά – Lehman οικονομικής ανάκαμψης».
Για εμάς κάτι τέτοιο είναι πολύ απίθανο, σημειώνει η Berenberg εξηγώντας πως η αύξηση των πιστώσεων, των επενδύσεων, των μισθών και των τιμών δεν είναι τόσο υψηλή ώστε να οδηγεί σε μια διορθωτική ύφεση.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, η διόρθωση πυροδοτήθηκε από τα στοιχεία για αύξηση των μισθών στις ΗΠΑ. Ωστόσο, σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο, η αύξηση των μισθών παραμένει πολύ μακριά από την επικίνδυνη ζώνη. Επιπλέον, η αύξηση της παραγωγικότητας μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση του πληθωρισμού στον κόλπο.
«Σε γενικές γραμμές, διατηρούμε την άποψή μας ότι η οικονομική ανάκαμψη στον ανεπτυγμένο κόσμο θα συνεχιστεί και ότι τα οικονομικά θεμελιώδη στοιχεία θα παραμείνουν σε μεγάλο βαθμό υποστηρικτικά για τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Μετά από χρόνια όπου ο πληθωρισμός εξέπληττε αρνητικά, οι κεντρικές τράπεζες δεν θα αντιδράσουν υπερβολικά σε μια σταδιακή επιστροφή σε πιο κανονικούς ρυθμούς μισθολογικών αυξήσεων και ενίσχυσης του πληθωρισμού. Ενόψει σταδιακής εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής, θα φροντίσουν να μην εμποδίσουν μια υγιή ανάπτυξη της οικονομίας», σημειώνει χαρακτηριστικά η Berenberg.
Παράλληλα, αναφέρεται και στην πολιτική κατάσταση στην Γερμανία, επισημαίνοντας ότι παρά τον μεγάλο θόρυβο, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ αναμένεται να επανεκλεγεί επίσημα για την τέταρτη και τελευταία θητεία της πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 22-23 Μαρτίου. Μετά από μια ταραχώδη εβδομάδα, η Μέρκελ και ο κυβερνητικός της εταίρος, το SPD, προσπαθούν να καθησυχάσουν τα πνεύματα.
Εν μέσω αντιδράσεων από το εσωτερικό του κόμματός της για την παραχώρηση του υπουργείου Οικονομικών στο SPD, η ίδια εξήγησε σε συνέντευξη Τύπου το Σαββατοκύριακο ότι σε διαφορετική περίπτωση οι συζητήσεις για σχηματισμό κυβέρνησης θα είχαν καταρρεύσει, ενώ πρόσθεσε ότι σε κάθε περίπτωση ο υπουργός Οικονομικών δεν αποφασίζει μόνος τους.
Όπως παρατηρεί η Berenberg, η εξουσία της Μέρκελ έχει αποδυναμωθεί κάπως από τα προβλήματα στον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού και την παραχώρηση του υπουργείο Οικονομικών στο SPD. Παρ’ολ’αυτά, το CDU παραμένει τόσο προσηλωμένο στη Μέρκελ, που – παρά την γκρίνια – το κόμμα της πιθανότατα θα στηρίξει με διευρυμένη πλειοψηφία τη συμφωνία σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού.
Όσον αφορά το Brexit, η Berenberg διατηρεί αμετάβλητο το outlook.
«Αφού συμφώνησαν σε μεταβατικούς όρους κατά τη σύνοδο κορυφής του Μαρτίου στην ΕΕ που κρατά de facto το Ηνωμένο Βασίλειο στο εσωτερικό της ενιαίας αγοράς και τελωνειακής ένωσης μέχρι τα τέλη του 2020, αναμένουμε από το Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ να σχεδιάσουν ορισμένους ευρείς στόχους για το μελλοντικό εμπόριο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού», σημειώνει η Berenberg.