Την ομόφωνη έγκριση της Ολομέλειας έλαβε η ανακοίνωση του προέδρου της Βουλής, Νίκου Βούτση, για την παράδοση του υλικού που αφορά στον «Φάκελο της Κύπρου» και το οποίο είχε γίνει αντικείμενο μελέτης και αξιολόγησης από την εξεταστική επιτροπή στο διάστημα, από το 1986 έως τον Οκτώβριο του 1988, οπότε και είχαν κατατεθεί τα σχετικά πορίσματα.
Η απόφαση που έλαβε σήμερα η Ολομέλεια έγινε σε υλοποίηση όσων διαλαμβάνονται σε Πρωτόκολλο Συνεργασίας, καθώς και σε παράρτημα που ακολούθησε και είχαν υπογράψει οι δύο πρόεδροι: ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων και ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, το 2016 και το 2017.
Ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, χαρακτήρισε ιστορική τη σημερινή απόφαση, ιστορικό χρέος την παράδοση του υλικού του Φακέλου της Κύπρου.
Το υλικό θα παραδοθεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας την προσεχή Παρασκευή, σε ειδική εκδήλωση στην Κύπρο, όπου θα μεταβεί ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης.
Με σκοπό τη διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης και την ετεροχρονισμένη εκπλήρωση, στο ελάχιστο, της ηθικής, ουσιαστικής και ιστορικής υποχρέωσης στο κυπριακό κράτος, δημιουργήθηκε ακριβές αντίγραφο του «Φακέλου της Κύπρου», ώστε να αποσταλεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Την ερχόμενη Παρασκευή θα υπάρξει ειδική διαδικασία στη Βουλή των Αντιπροσώπων στην Κύπρο, με στόχο να δημιουργηθεί μια επιμελημένη έκδοση των πρακτικών της επιτροπής εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, η οποία θα ανοίξει και στο ευρύτερο κοινό μια πολύτιμη ιστορική πηγή, στο πλαίσιο της ασφάλειας, της εγκυρότητας και της επιστημονικής ακεραιότητας που προσφέρει το κύρος των δύο Κοινοβουλίων.
«Αισθάνομαι ιδιαίτερη ευθύνη που βρίσκομαι ενώπιον σας γι΄ αυτό το θέμα. Ιδιαίτερα όμως αισθάνομαι συγκίνηση, διότι 43 χρόνια δεν είναι απλά πολλά, είναι υπερβολικά πολλά και έχουν διαμορφώσει ένα ιστορικό ρήγμα μνήμης και ευθύνης» είπε ο πρόεδρος της Βουλής και χαρακτήρισε «ιστορικό χρέος» την παράδοση του υλικού του «Φακέλου της Κύπρου».
«Στη δικιά μου γενιά τότε, πάρα πολύ παλιά, κολλάγαμε κάτι αυτοκόλλητα που έλεγαν “δεν ξεχνώ”, για την Κύπρο. Πέρασαν 43 χρόνια και εκείνο το “δεν ξεχνώ”, ενδεχομένως υπήρξε ένα άλλοθι συλλογικό για τη λήθη, ηθελημένη ή αθέλητη μιας ολόκληρης κοινωνίας, μιας ολόκληρης χώρας» είπε ο πρόεδρος της Βουλής, θυμίζοντας ότι με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας και εκπροσώπους των κομμάτων της Βουλής, τους τελευταίους μήνες υποδέχθηκαν δύο φορές στην Τανάγρα από 16 φέρετρα, «παιδιών, στρατιωτών» που σήμερα θα ήταν συνομήλικοί τους, αλλά υπήρξαν θύματα πολεμικών συγκρούσεων, έστω και αν δεν αναφέρονται πουθενά ως πολεμικές συγκρούσεις.
Ο πρόεδρος της Βουλής, προτού κληθούν οι βουλευτές να εγκρίνουν, κατέθεσε στην Ολομέλεια τα πρακτικά της χθεσινής Διάσκεψης των Προέδρων, όπου τέθηκε το ζήτημα της παράδοσης του υλικού, το Πρωτόκολλο Συνεργασίας ανάμεσα στη Βουλή των Ελλήνων και την Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου για την πρόσβαση στη υλικό του Φακέλου της Κύπρου, που είχε υπογραφεί στις 21 Ιανουαρίου του 2016, αλλά και το συμπληρωματικό παράρτημα του Πρωτοκόλλου Συνεργασίας, που είχε υπογραφεί τον Φεβρουάριο του 2017.
Ειδικά για το συμπληρωματικό πρωτόκολλο, ο πρόεδρος της Βουλής εξήγησε, ότι προβλέπει πως έγγραφα που εντοπίστηκαν με διαβάθμιση «απόρρητο» ή «άκρως απόρρητο», επιπλέον εκείνων των εγγράφων που είχαν έρθει σε γνώση της εξεταστικής επιτροπής του Φακέλου της Κύπρου και είχαν συζητηθεί, αποτελούν μεν αναπόσπαστο μέρος του υλικού, ωστόσο για οποιαδήποτε χρήση του απαιτείται κοινή έγγραφη άδεια ή οδηγία των προέδρων των δύο Κοινοβουλίων.
Ο πρόεδρος της Βουλής είπε, πως επειδή αυτά τα έγγραφα έχουν χαρακτηριστεί από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και υπάρχει νομοθεσία και διεθνείς δεσμεύσεις, θα κινηθεί η απαιτούμενη διαδικασία για τον αποχαρακτηρισμό του μεγαλύτερου μέρους και συνεπώς δεν θα αποσταλούν άμεσα στην Κύπρο.
Καθώς όμως έχει αναγνωριστεί ότι τα διαβαθμισμένα αυτά έγγραφα αποτελούν μέρος του Φακέλου της Κύπρου, θα παραδοθούν όταν δεν θα τα «βαρύνει» οποιοδήποτε νομικό ή άλλο κώλυμα.
Είναι σημαντικό το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η επιτροπή εμπειρογνωμόνων, που είχε συγκροτηθεί στη βάση των Πρωτοκόλλων Συνεργασίας της ελληνικής και της κυπριακής Βουλής, καθώς διαπίστωσε ότι από το κύριο σώμα του υλικού που αποτελούν τα πρακτικά της εξεταστικής επιτροπής με τις καταθέσεις των πρωταγωνιστών της τραγωδίας του 1974, έλειπαν οι 11 πρώτοι κεντρικοί φάκελοι.
Πρόκειται καταθέσεις μαρτύρων βασικών που είχαν εμπλακεί στα γεγονότα της εποχής. Οι καταθέσεις αυτές βρίσκονταν στους 11 πρώτους φακέλους που δεν βρέθηκαν και μαζί βρίσκονταν και τα πρακτικά των αντίστοιχων συνεδριάσεων της εξεταστικής επιτροπής. Ευτυχώς είχε διασωθεί το ηχογραφημένο υλικό, χρειάστηκε να γίνει απομαγνητοφώνηση και έτσι οι καταθέσεις υπάρχουν, αλλά τα πρακτικά που αφορούν αυτές τις βασικές μαρτυρικές καταθέσεις δεν είναι τα ακριβή, όπως ανέφερε ο πρόεδρος της Βουλής. «Δεν εντοπίσαμε πότε, σε ποια συγκυρία, από ποιον, πού και πώς αφαιρέθηκαν αυτοί οι φάκελοι από τα ερμάρια της Βουλής» είπε ο πρόεδρος της Βουλής.
Η ΝΔ δια του γραμματέα της ΚΟ, Κώστα Τσιάρα, πριν την έναρξη της ψηφοφορίας που έγινε δι΄ εγέρσεως, είπε ότι η ΝΔ είναι θετική στην πρόταση του προέδρου του Σώματος, ωστόσο επανέλαβε τις επιφυλάξεις που είχε διατυπώσει και ο πρόεδρος της ΝΔ ως προς το χρόνο ανάληψης αυτής της πρωτοβουλίας.
Από τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, ο Ανδρέας Λοβέρδος ανέφερε, ότι το άνοιγμα του Φακέλου της Κύπρου ήταν κεντρικό αίτημα του Ανδρέα Παπανδρέου στις εκλογές του 1981, αλλά δεν έκρυψε τον προβληματισμό του εάν έπρεπε η εθνική αντιπροσωπεία να ασχοληθεί σήμερα με το θέμα, όπου έγινε μια προσπάθεια, με επιτυχές αποτέλεσμα, να φανεί η σύμπτωση απόψεων για το Κυπριακό.
Η Εξεταστική Επιτροπή για το άνοιγμα του «Φακέλου της Κύπρου» συγκροτήθηκε το 1986 με ομόφωνη απόφαση της Βουλής. Είχε προηγηθεί πρόταση από το ΠΑΣΟΚ για σύσταση Εξεταστικής των πραγμάτων Επιτροπής, προκειμένου «να εξεταστούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε στην Ελλάδα και στην Κύπρο το προδοτικό και εγκληματικό πραξικόπημα εναντίον της ανεξαρτησίας του κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Η Εξεταστική Επιτροπή παρέδωσε το πόρισμά της τον Οκτώβριο του 1988. Έκανε 154 συνεδριάσεις, από τις οποίες μεγάλος αριθμός αφιερώθηκε σε συζήτηση επί διαδικαστικών θεμάτων, ενώ οι υπόλοιπες ασχολήθηκαν με την εξέταση μαρτύρων. Συνολικά, είχαν εξεταστεί 86 μάρτυρες. Τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Εξεταστικής Επιτροπής του «Φακέλου της Κύπρου» καλύπτουν 20.798 σελίδες ενώ, πέραν των πρακτικών, στο αρχείο που είχε σχηματιστεί από την Επιτροπή περιλαμβάνονται φάκελοι εγγράφων που παραχώρησαν τα υπουργεία, στα οποία είχε απευθυνθεί η Εξεταστική Επιτροπή (ΥΠΕΘΑ, Εξωτερικών, Δικαιοσύνης κλπ).
«Χαιρετίζω την απόφαση της ελληνικής Βουλής για την πρόσβαση του κυπριακού Κοινοβουλίου στο αρχείο του “Φακέλου της Κύπρου”, τα ντοκουμέντα τα οποία ήρθαν στην κατοχή της ελληνικής Βουλής, από το 1986 μέχρι το 1988 κατά τη διάρκεια της εξεταστικής επιτροπής για τον “Φάκελο της Κύπρου”. Μια περίοδος κατά την οποία καταθέσεις των μαρτύρων, όλων εκείνων όσων είχαν σχέση με την κυπριακή τραγωδία, είναι ένα πλούσιο και χρήσιμο υλικό με ιδιαίτερη ιστορική σημασία» είχε αναφέρει νωρίτερα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας ότι «29 χρόνια μετά την εξεταστική επιτροπή και 43 χρόνια μετά την εισβολή, η ελληνική Βουλή θα δώσει πλήρη σειρά αυτών των ντοκουμέντων στην Κυπριακή Βουλή, έτσι ώστε να ανοίξει, όπως δικαιούται άλλωστε, ένα θέμα που αφορά κυρίως τον κυπριακό λαό και που ο κυπριακός λαός δικαιούται να έχει γνώση και να ανοίξει για επιστημονικούς και ιστορικούς λόγους αυτή η περίοδος, προς εξέταση».
«Η απόφαση αυτή αποτελεί ένα ανεκπλήρωτο εδώ και δεκαετίες χρέος της ελληνικής πολιτείας απέναντι στον κυπριακό λαό, έναν ελάχιστο φόρο τιμής και μια ιστορική δικαίωση προς όλους όσους αγωνίστηκαν αντιστάθηκαν και θυσιάστηκαν μπρος το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και στην εισβολή και κατοχή μέρους της Κύπρου από τις επιχειρήσεις του Αττίλα», είχε δηλώσει ο πρωθυπουργός.
«Η ιστορία είναι γνωστή στο εθνικό Κοινοβούλιο και αφορά σε μια εξεταστική επιτροπή η οποία είχε συσταθεί στα μέσα της δεκαετίας του ’80 η οποία κατέληξε σε τρία -αν δεν κάνω λάθος- διαφορετικά πορίσματα στα οποία το κάθε κόμμα τότε αποτύπωνε τη δικιά του ερμηνεία για το τι συνέβη εκείνες τις τραγικές ημέρες του 1974. Κύριε πρόεδρε και κύριε πρωθυπουργέ, θέλω να διατυπώσω την επιφύλαξή μου για τον χρόνο, όχι για την πρωτοβουλία, θέλω να είμαι σαφής, αλλά για τον χρόνο υλοποίησης αυτής της απόφασης» είχε δηλώσει ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, καλώντας τον πρόεδρο της Βουλής και τον πρωθυπουργό να επαναξιολογήσουν το χρόνο για την υλοποίηση της απόφασης παράδοσης του υλικού.