Christian Dior, μία από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες στον χώρο της μόδας και αυτός που συνέβαλε σημαντικά σε αυτό που όλοι σήμερα αποκαλούμε υψηλή ραπτική.
Γεννήθηκε το 1905 στην Granville της Νορμανδίας. Μετά από πέντε χρόνια μετακομίζει με την οικογένειά του στο Παρίσι. Παρόλο που ήθελε να σπουδάσει αρχιτεκτονική ακολούθησε τις επιθυμίες των γονιών του να γίνει διπλωμάτης και σπούδασε στο Ecole des Sciences Politiques το διάστημα.
Το 1928 μαζί με τον φίλο του Jacques Bonjean και την οικονομική υποστήριξη του πατέρα του άνοιξε μια μικρή αίθουσα τέχνης στην οδό rue de la Boetie με την επωνυμία Galerie Jacques Bonjean.
Το 1931 βιώνει μία από τις πιο δυσάρεστες στιγμές στη ζωή του. Η μητέρα του πεθαίνει και ο αδελφός του και η οικογένειά του καταστρέφεται οικονομικά. Κατόπιν όλων αυτών των γεγονότων αναγκάζεται να κλείσει την γκαλερί του.
Η καριέρα του άρχισε την δεκαετία του 1930 όταν αποφάσισε μετά από παρότρυνση του φίλου του Jean Ozenne να πουλήσει σχέδιά του σε διάφορους οίκους μόδας υψηλής ραπτικής. Κάποια από τα σχέδια του αγοράστηκαν και από την γνωστή κατασκευάστρια καπέλων Agnes. Εκείνη την εποχή γνωρίζεται και με τον Robert Piguet όπου αγοράζει μερικά σχέδια του και κάποια δημοσιεύονται στην εφημερίδα Le Figaro. Όταν ο Piguet άνοιξε τον δικό του οίκο υψηλής ραπτικής εργάστηκε εκεί ως σχεδιαστής. Δυστυχώς, όμως, η συνεργασία τους διακόπηκε το 1939 όταν άρχισε ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος όπου κατατάγηκε στο στρατό για να πολεμήσει.
Με την επιστροφή του το 1941 και μέχρι το 1946 εργάστηκε στον Lucien Lelong. Το 1946 ανοίγει δικό του οίκο μόδας στο Παρίσι με την υποστήριξη του οίκου υφασμάτων Boussac.
Ο Marcel Boussac (ονομαζόταν και Βασιλιάς του Βαμβακιού) είχε στην κατοχή του μεταξύ άλλων και τον οίκο Philippe et Gaston. Ο Boussac προσέγγισε τον Dior με σκοπό να τον αναλάβει αλλά τελικά πείστηκε στην ανάγκη της δημιουργίας ενός νέου οίκου μόδας.
Ο οίκος Dior στεγάστηκε σε ένα υπέροχο κτίριο στο νούμερο 30 της Avenue Montaigne. Απασχολούσε 85 άτομα και ήταν διακοσμημένο στα αγαπημένα του χρώματα, λευκό και γκρι. Διευθυντής ορίζεται ο Jacques Rouët. Η πρώτη του κολεξιόν παρουσιάζεται στις 12 Φεβρουαρίου 1947 και αποτελείται από 90 δημιουργίες φορεμένες από 6 μοντέλα.
Η γραμμή του 1947, με τις φαρδιές φούστες και τη στενή μέση, προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση και χαρακτηρίστηκε ως το «New Look». Η αισθητική του, σε μια εποχή που οι γυναίκες είχαν αρχίσει να απελευθερώνονται από τους περιορισμούς του πολέμου, παρέπεμπε στο παρελθόν. Αναβίωσε την υψηλή ραπτική του Παρισιού, που είχε παρακμάσει στη διάρκεια του πολέμου. Το 1949 τα τρία τέταρτα των εξαγωγών της Γαλλίας έφεραν το όνομά του.
Ο Dior επίσης, ήταν αυτός που συνέλαβε την ιδέα του «τέλους αδείας», που σήμαινε ότι έπαιρνε αμοιβή για καθένα από τα σχέδιά του. Καθιέρωσε μεταξύ άλλων τις γραμμές Tulip, Η, Α και Υ.
Το 1957 «φεύγει» από τη ζωή σε ηλικία 52 ετών από καρδιακή προσβολή.
Η «παρουσία» του όμως είναι ακόμα έντονη στον χώρο της μόδας καθώς συνεχίζει να εμπνέει ακόμα τους σχεδιαστές μόδας – παλαιότερους και νεότερους. Ενώ ο οίκος του συνεχίζει να κρατά την παράδοση στον χώρο της μόδας έχοντας φανατικούς θαυμαστές σε όλον τον κόσμο και μοναδικές συλλογές ρούχων, αξεσουάρ, αρωμάτων και καλλυντικών με τεράστια απήχηση.