Λογικό επακόλουθο των εξελίξεων των τελευταίων εβδομάδων χαρακτηρίζει τις πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα ο ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Ντούισμπουργκ-Έσσεν Χάιντς Γιούργκεν Αξτ.
Ο πολιτικός επιστήμονας εκτιμά ότι η υψηλή δημοτικότητα του Αλέξη Τσίπρα δεν πρόκειται να ωφελήσει για πολύ ακόμη το κόμμα του, τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως είπε σε συνέντευξή του προς τη Deutsche Welle:
«Υπάρχουν ήδη ορισμένες δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει κάποιες μονάδες σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές για τον απλούστατο λόγο ότι ο Λαφαζάνης θα αποσπάσει ψήφους από τον ΣΥΡΙΖΑ με το νέο του κόμμα. Θα πρέπει να είναι κανείς ιδιαίτερα προσεκτικός με τις δημοσκοπήσεις, εντούτοις η γενικότερη εικόνα είναι ότι ο Τσίπρας παραμένει ιδιαίτερα δημοφιλής. Το καταλαβαίνω αυτό. Παρατηρώ ότι στην κοινωνία επικρατεί ένα κλίμα μεγάλης δυσθυμίας έναντι της ελληνικής πολιτικής τάξης γενικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ χορεύει τώρα στην κόψη του ξυραφιού: από τη μια πλευρά παρουσιάζεται ως το κόμμα που υπό την πίεση των πιστωτών απέσπασε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την Ελλάδα, από την άλλη όμως και εφόσον θέλει να επαναφέρει τη χώρα σε σχετικά ήρεμα νερά, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι αναγκασμένος να υλοποιήσει το μνημόνιο. Πρόκειται για ένα ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Πιστεύω ότι στις πρόωρες εκλογές η απομυθοποίηση του Τσίπρα δεν πρόκειται να εκφραστεί τόσο έντονα, ωστόσο όταν αρχίσουν και γίνονται αισθητές οι φορολογικές αυξήσεις, οι προσαρμογές στις συντάξεις και όλες οι μεταρρυθμίσεις, τότε εν μέρει οι Έλληνες θα του γυρίσουν απογοητευμένοι την πλάτη».
Ένας μεγάλος συνασπισμός θα έφερνε μια σταθερή κυβέρνηση
Σε κάθε περίπτωση ο Γερμανός πολιτικός επιστήμονας αναμένει μια πολυκομματική νέα Βουλή στην Αθήνα. Ποιοι είναι τα πιθανότερα σενάρια μετεκλογικών συνεργασιών;
«Φαίνεται πως έχουμε έναν αριθμό κομμάτων με πιθανότητες να ξεπεράσουν το εκλογικό όριο του 3 %. Εκτός από τα δυο μεγάλα κόμματα, τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, έχουμε επίσης το ΠΟΤΑΜΙ -τη ΧΑ την αφήνουμε στην άκρη- τους Κομμουνιστές, το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα Λαφαζάνη και τους ΑΝΕΛ που έχουν πιθανότητες εκπροσώπησης στο κοινοβούλιο. Αυτό σημαίνει όμως ότι έχουμε -και για ελληνικά δεδομένα- μια ασυνήθιστη εικόνα, με 6,7 ή 8 κόμματα στη Βουλή. Αν θέλεις να έχεις μια σταθερή κυβέρνηση στην Ελλάδα θα έπρεπε ίσως να σκεφτεί κανείς το ενδεχόμενο σχηματισμού ενός μεγάλου συνασπισμού μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Έναντι του εξωτερικού και των πιστωτών μια τέτοια κυβέρνηση θα ήταν αναμφίβολα αξιόπιστη, στο εσωτερικό όμως θα συνοδεύονταν από εντάσεις. Διότι είναι απολύτως σαφές ότι οι Μεϊμαράκης και Τσίπρας δεν μπορούν να γίνουν οι καλύτεροι φίλοι καθώς ακολουθούν τελείως διαφορετικούς στόχους».
Ο Χάιντς Γιούργκεν Αξτ εκτιμά πάντως ότι ο στόχος της αυτοδυναμίας που έχει θέσει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μάλλον ανέφικτος:
«Δεν το πιστεύω. Στις τελευταίες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αποσπάσει το 36 %, χρειαζόταν όμως τους ΑΝΕΛ για την απόλυτη πλειοψηφία. Εκτιμώ ότι αυτή τη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει επτά με δέκα μονάδες, αφενός λόγω της ίδρυσης του κόμματος Λαφαζάνη -την ώρα που ακούγεται ότι και η πρόεδρος της Βουλής σκοπεύει να προχωρήσει στην ίδρυση δικού της κόμματος- αφετέρου υπάρχουν και εσωτερικές, προσωπικές εντάσεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτά τα συμφραζόμενα δεν βλέπω πιθανότητες να κυβερνήσει μόνος του ο ΣΥΡΙΖΑ».
Η δεξαμενή ψηφοφόρων του Π. Λαφαζάνη
Πώς σχολιάζει όμως ο ειδικός την ίδρυση του νέου κόμματος από τον Παναγιώτη Λαφαζάνη; Τι πιθανότητες έχει ένα κόμμα που τάσσεται τόσο ξεκάθαρα υπέρ της αποχώρησης της Ελλάδας από το ευρώ; Εντέλει, ποια είναι η δεξαμενή ψηφοφόρων του Λαφαζάνη;
«Πρόκειται πιθανότατα για Έλληνες που επικρίνουν το σύστημα, οι οποίοι πρεσβεύουν αντικαπιταλιστικές θέσεις, που είναι κατά του συστήματος και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού. Πρόκειται τρόπον τινά για μια δεξαμενή που τους μαζεύει όλους αυτούς. Κατά την άποψή μου μπορεί να συγκρίνει κανείς το κόμμα του Λαφαζάνη με το ΚΚΕ. Ο Λαφαζάνης είναι απλά πολιτικά λίγο πιο κομψός και μοντέρνος. Το ΚΚΕ εμφανίζεται κάπως αναχρονιστικό και οπισθοδρομικό ενώ ο Λαφαζάνης και οι συνοδοιπόροι του εμφανίζονται κάπως πιο ανοιχτοί, αντιμετωπίζοντας με μεγαλύτερη ευελιξία τα πολιτικά ζητήματα. Επί της αρχής όμως είναι γενικά και συνολικά κατά του συστήματος, σε αντίθεση με τον Τσίπρα ο οποίος προσπαθεί να αποσπάσει τα μέγιστα για τον ίδιο και τη χώρα του εντός του συστήματος. Πρόκειται λοιπόν για θέσεις που στρέφονται κατά του συστήματος συνολικά».
Πηγή: Deutsche Welle