Δεν φοβάται να θέσει θέμα συμμετοχής της Ελλάδας στην ΟΝΕ η Λαϊκή Ενότητα σύμφωνα με άρθρο του Κώστα Λαπαβίτσα στην ιστοσελίδα iskra.gr και τόνισε ότι η καθοριστική σύγκρουση στις εκλογές θα γίνει ανάμεσα στην «ευρύτατη μνημονιακή συμπολίτευση των ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Ν.Δ., Ποταμιού, ΠΑΣΟΚ» και στη μόνη «πραγματική αντιπολίτευση, τη Λαϊκή Ενότητα».
Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο:
«Η καθοριστική σύγκρουση στις εκλογές θα γίνει ανάμεσα στην ευρύτατη μνημονιακή συμπολίτευση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ/ΝΔ/Ποτάμι/ΠΑΣΟΚ και στη μόνη πραγματική αντιπολίτευση, τη Λαϊκή Ενότητα. Δύο παράγοντες θα κυριαρχήσουν: πρώτον, η αξιοπιστία και, δεύτερον, το πρόγραμμα κοινωνικής και οικονομικής ανάταξης της χώρας.
Η συμπολίτευση αντιμετωπίζει βαθύτατο πρόβλημα αξιοπιστίας γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αποδείχθηκε παντελώς αναξιόπιστος. Δεν υπάρχει παγκόσμιο προηγούμενο ένα κόμμα της Αριστεράς όχι απλώς να μην εφαρμόζει το πρόγραμμά του, αλλά να υιοθετεί πλήρως το πρόγραμμα του αντιπάλου! Η αξιοπιστία της ΝΔ έχει τραυματιστεί βαρύτατα από τις δεκαετίες διακυβέρνησης και από την πλήρη ανακολουθία του πρώην αρχηγού της, κ. Σαμαρά, στο θέμα των μνημονίων. Το Ποτάμι είναι ένα πολιτικό σύμφυρμα χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Όσο για το ΠΑΣΟΚ, εκεί πλέον έχουμε το ναδίρ της αξιοπιστίας, πρώην πρωθυπουργών, υπουργών, στελεχών και διαπλεκομένων.
Πρόγραμμα φυσικά έχουν τα πέντε κόμματα της συμπολίτευσης: είναι το νέο μνημόνιο που σχεδίασαν και επέβαλαν οι δανειστές. Δεν υπάρχει απολύτως καμία διαφορά ανάμεσα τους στο θέμα αυτό. Απλώς διαγκωνίζονται για το ποιος θα κάνει τις περιβόητες «μεταρρυθμίσεις», ποιος θα μετριάσει τις επιπτώσεις για τους εργαζόμενους και ποιος θα βγάλει «ισοδύναμα» από το καπέλο του ταχυδακτυλουργού.
Το πρόβλημα είναι ότι το μνημονιακό πρόγραμμα οδηγεί σε πλήρες αδιέξοδο, πράγμα που γνωρίζει ο ελληνικός λαός από την εμπειρία των δύο προηγουμένων μνημονίων. Η λιτότητα, οι ιδιωτικοποιήσεις, η απορρύθμιση των αγορών και η αγριότητα στην αγορά εργασίας μπορεί να βολεύουν τους τραπεζίτες, αλλά δεν δημιουργούν τις συνθήκες ταχύρρυθμης ανάπτυξης που χρειάζεται η χώρα. Με το νέο μνημόνιο η Ελλάδα θα γίνει τελειωτικά μια φτωχή, άνιση, παρηκμασμένη χώρα στις παρυφές της Ευρώπης, όπου η νεολαία θα μεταναστεύει και οι συνταξιούχοι θα παλεύουν να επιβιώσουν. Οι μόνοι κερδισμένοι θα είναι μια μικρή δράκα πλουσίων και πολλαπλώς διαπλεκομένων που θα θριαμβεύσουν στο μνημονιακό καθεστώς.
Η Λαϊκή Ενότητα πάσχει από τα αναπόφευκτα οργανωτικά προβλήματα μιας παράταξης που στήθηκε σε χρόνο μηδέν και πρέπει αμέσως να συμμετάσχει σε εκλογές. Στα καίρια ζητήματα της αξιοπιστίας και του προγράμματος όμως, έχει τεράστια πλεονεκτήματα απέναντι στη μνημονιακή συμπολίτευση.
Η Λαϊκή Ενότητα έθεσε τις βάσεις της αξιοπιστίας της όταν είχε το θάρρος να πει Όχι στο νέο μνημόνιο, μένοντας πιστή στο Όχι που είπε ο ελληνικός λαός στο δημοψήφισμα. Οι υπουργοί της παραιτήθηκαν και οι βουλευτές της αγνόησαν τον κίνδυνο της μη επανεκλογής τους. Η Λαϊκή Ενότητα είναι ο συνεπής εκπρόσωπος της αντιμνημονιακής παράταξης στη χώρα μας. Θα προστατεύσει την αξιοπιστία της ως κόρην οφθαλμού: αυτά που υπόσχεται, αυτά θα κάνει.
Η Λαϊκή Ενότητα έχει επίσης το μόνο εφικτό και υλοποιήσιμο πρόγραμμα για τη χώρα σε αντίθεση με το πρόγραμμα των μνημονίων. Πολύ συνοπτικά, το πρόγραμμα στοχεύει μακροπρόθεσμα στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας, με περιορισμό του τομέα των υπηρεσιών και παράλληλη τόνωση της αγροτικής παραγωγής και της μεταποίησης. Αυτός είναι ο δρόμος για ταχύρρυθμη ανάπτυξη που θα είναι υπέρ του κόσμου της εργασίας και κατά του κεφαλαίου. Βραχυπρόθεσμα το πρόγραμμα περιλαμβάνει διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους, άρση της λιτότητας, δημόσια ιδιοκτησία και διαχείριση του τραπεζικού συστήματος, δημόσιες επενδύσεις, στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων, καθώς και αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου με απλοποίηση του φορολογικού συστήματος.
Το πρόγραμμα της Λαϊκής Ενότητας θα φέρει βαθύτατες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία και την κοινωνία, αρχής γενομένης από το άρρωστο και εκμεταλλευτικό τραπεζικό σύστημα. Η Ελλάδα χρειάζεται ολοκληρωτική αναδόμηση των τραπεζών σε δημόσια βάση για να στηριχτεί η ανάπτυξη και παράλληλα «σεισάχθεια» στα χρέη των εταιρειών και των νοικοκυριών. Χρειάζεται επίσης ολοκληρωτική αλλαγή σε κεντρικούς τομείς εθνικής σημασίας, όπως η ενέργεια και οι μεταφορές. Χρειάζεται, τέλος, δομικές αλλαγές στον κρατικό μηχανισμό για να δοθεί χτύπημα στη διαπλοκή και να υπάρξει μια νέα σχέση ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα που θα προωθεί την ανάπτυξη. Η πραγματική μεταρρυθμιστική δύναμη στην Ελλάδα είναι η Λαϊκή Ενότητα, έχοντας στόχο την ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη.
Το ερώτημα που πολύ φυσιολογικά προκύπτει είναι: μπορεί να υλοποιηθεί αυτό το πρόγραμμα, με το οποίο συμφωνεί η πλειοψηφία του ελληνικού λαού, εντός της ΟΝΕ; Η ξεκάθαρη απάντηση είναι δυστυχώς όχι, όπως φάνηκε από την ντροπιαστική παλινωδία του ΣΥΡΙΖΑ. Η ΟΝΕ έχει δικό της πρόγραμμα για την Ελλάδα, που είναι το νέο μνημόνιο. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα.
Η Λαϊκή Ενότητα δεν φοβάται να δηλώσει ότι θα θέσει θέμα συμμετοχής της χώρας μας στην ΟΝΕ με στόχο την εφαρμογή του προγράμματός της. Το εθνικό νόμισμα είναι βήμα και εργαλείο για την ανάταξη της χώρας – δεν είναι αυτοσκοπός. Η συντεταγμένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα είναι απολύτως εφικτή, πράγμα που γνώριζε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν ήθελε επ’ ουδενί να εξετάσει με σοβαρότητα γιατί η ηγεσία του ήταν προσκολλημένη στο ευρώ. Ποτέ δεν υπήρξε κυβερνητικό Σχέδιο Β, παρά τα αβάσιμα που αναφέρουν τα ΜΜΕ εκ του πονηρού.
Η μετάβαση περιλαμβάνει μέτρα όπως στάση πληρωμών στο δημόσιο χρέος με στόχο τη διαγραφή του, μετατροπή χρεών, καταθέσεων και μισθών στο νέο νόμισμα με αναλογία 1:1, άμεση εθνικοποίηση των τραπεζών και εξομάλυνση των κεφαλαιακών και τραπεζικών ελέγχων που έχει επιβάλλει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με κρατικές εγγυήσεις, ιεράρχηση των εισαγωγών για να υπάρξει επάρκεια στα φάρμακα, τα τρόφιμα και τα καύσιμα. Δεν υπάρχει καμία ανάγκη για δελτίο, όπως συχνά και κακόβουλα λέγεται.
Το νέο νόμισμα θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να δημιουργεί ρευστότητα μακριά από τα νύχια του κ. Ντράγκι, στηρίζοντας έτσι τις επενδύσεις και την οικονομική δραστηριότητα. Αναμφίβολα το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί στις διεθνείς αγορές, ίσως κατά 15-20% όταν θα φτάσει στη νέα θέση ισορροπίας. Η υποτίμηση θα δώσει ώθηση στην εγχώρια παραγωγή, στη βιομηχανία και στον αγροτικό τομέα. Οι εργαζόμενοι θα έχουν όφελος γιατί θα τονωθεί η απασχόληση. Από την άλλη θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στο εισόδημα των εργαζομένων και στο κόστος παραγωγής των μικρομεσαίων απαιτώντας κρατική παρέμβαση για τη στήριξή τους.
Η Λαϊκή Ενότητα έχει πλήρη συναίσθηση των δυσκολιών της μετάβασης στο εθνικό νόμισμα. Καταλαβαίνει πολύ καλά όμως ότι δεν πρόκειται να υπάρξει βιβλική καταστροφή, ότι κι αν λένε τα ΜΜΕ ασκώντας τρομοκρατία. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι περίοδος της μεγαλύτερης δυσκολίας θα κρατήσει μερικούς μήνες και μετά η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει. Με κοινωνική συσπείρωση και στιβαρό χέρι στη διακυβέρνηση, οι επιπτώσεις θα είναι διαχειρίσιμες και η Ελλάδα θα περάσει σε ταχύρρυθμη ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη.
Η Λαϊκή Ενότητα είναι η μόνη ελπίδα που απέμεινε στον ελληνικό λαό μετά τη μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι επίσης η πραγματική νέα αρχή για μια άλλη πορεία σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι πρώτες ενδείξεις φανερώνουν πολύ μεγάλη δυναμική και προσδοκία στο εκλογικό σώμα. Αν υπάρξει μεθοδικότητα και αυτοπεποίθηση, η Λαϊκή Ενότητα θα προκαλέσει σεισμό στις επερχόμενες εκλογές.»
Διαβάστε επίσης: Συνέντευξη του Παναγιώτη Λαφαζάνη για όλους και για όλα