Η ανθρωπιστική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει την ανάγκη για ανάπτυξη δομών που θα καταφέρουν να ανακουφίσουν όσο είναι δυνατόν τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Τους ανθρώπους αυτούς που από τη μια μέρα στην άλλη βρέθηκαν στο κοινωνικό περιθώριο, έχοντας χάσει όχι μόνο τη δουλειά τους και το σπίτι τους, αλλά όλη τους τη ζωή. Ανθρώπους που ξαφνικά βρέθηκαν στον δρόμο, παλεύοντας για ένα πιάτο φαγητό και ένα υπόστεγο για να βγάλουν τη νύχτα.
Μια τέτοια προσπάθεια έχει αποτελέσει τα τελευταία χρόνια το Περιοδικό Δρόμου «Σχεδία». Ένα περιοδικό το οποίο κοστίζει 3 ευρώ, εκ των οποίων τα μισά τα καρπώνεται ο πωλητής του τεύχους.
Η ιδιαιτερότητά του είναι ότι διανέμεται σε προεπιλεγμένα σημεία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης από άπορους ανθρώπους, δίνοντάς τους τη δυνατότητα για ένα αξιοπρεπές εισόδημα. Αυτός άλλωστε φέρεται να ήταν και ο σκοπός της δημιουργίας του εξαρχής. Όλα καλά και αξιέπαινα ως εδώ.
Ο Χρήστος Μπακογιάννης είναι ένας από τους πωλητές της «Σχεδίας», στης οποίας τη διανομή συμμετέχει από το δεύτερο ήδη τεύχος. Λόγω των καλών επικοινωνιακών του ικανοτήτων μάλιστα, για καιρό αποτέλεσε τον άνθρωπο που η «Σχεδία» επέλεγε για να προωθεί τις δράσεις της, αποτελώντας για παράδειγμα το κεντρικό πρόσωπο της διαφημιστικής της καμπάνιας. Ο ίδιος όμως προχωρά σε αποκαλύψεις και καταγγελίες που εγείρουν σοβαρά ερωτήματα για τη φιλανθρωπική λειτουργία του περιοδικού.
«Τα δύο πρόσωπα της “Σχεδίας”»
Σύμφωνα με τον κ. Μπακογιάννη, το περιοδικό έχει δύο πρόσωπα. Το ένα είναι της «Σχεδίας» του δρόμου, του περιοδικού που διανέμεται από τους ανθρώπους που επιτόπου βάζουν το μισό αντίτιμο στη δική τους τσέπη και το άλλο μισό σε εκείνη του περιοδικού. «Όλα είναι καθαρά εκεί» μας λέει.
«Πράγματι, τα χρήματα αυτά πηγαίνουν στους διανεμητές, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία επ’ αυτού και μάλιστα αρκετοί άνθρωποι βοηθούνται σημαντικά από αυτό. Παρότι το περιοδικό συχνά εξαντλείται από το πρώτο δεκαπενθήμερο και μένουμε άνεργοι για το δεύτερο, καθώς το περιοδικό δεν κάνει επανέκδοση, ενώ θα είχε τη δυνατότητα να πωλήσει και άλλα τεύχη και να δουλεύουμε κι εμείς ολόκληρο τον μήνα».
Σκιές όμως πέφτουν στις υπόλοιπες δράσεις του περιοδικού. Συναυλίες, εκθέσεις φωτογραφιών, διαδρομές περιήγησης σε κοινωνικές δομές της πόλης… Σύμφωνα με τον κ. Μπακογιάννη, το περιοδικό διαφημίζει πως τα έσοδα των δράσεων που διοργανώνει πηγαίνουν στους άπορους πωλητές του, για τους οποίους άλλωστε γίνονται οι εν λόγω δράσεις, η αλήθεια όμως είναι διαφορετική.
«Στις 6 Ιουνίου, για παράδειγμα, η “Σχεδία” πραγματοποίησε την ετήσια συναυλία της στην Τεχνόπολη. Δεν πήραμε ούτε σεντ από τη συναυλία αυτή, η οποία έκοψε περίπου 5.000 εισιτήρια προς 5 ευρώ το καθένα. Κάντε τους υπολογισμούς… Μάλιστα απ’ όσο γνωρίζω η Τεχνόπολη παραχώρησε τον χώρο δωρεάν για τη συγκεκριμένη δράση» δηλώνει στο zougla.gr ο κ. Μπακογιάννης.
«Επίσης, στη συναυλία πωλήθηκαν πολλά τεύχη του περιοδικού, στις οποίες (πωλήσεις) οι πωλητές δεν είχαμε καμία συμμετοχή και δεν πήραμε κανένα ποσοστό. Ούτε μάθαμε ποτέ πόσα τεύχη πωλήθηκαν. Καταλαβαίνετε ότι αυτό δημιουργεί ξεκάθαρα συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού για εμάς τους πωλητές, γιατί οι άνθρωποι που αγόρασαν το περιοδικό στη συναυλία δεν θα το αγόραζαν φυσικά ξανά από εμάς τους πωλητές στον δρόμο…
»Θέλω να σας πω επίσης ότι το περιοδικό με επέλεξε ως το πρόσωπο που θα συμμετείχε στις διαφημίσεις του. Όταν αργότερα ρώτησα αν θα αμειφθώ γι’ αυτές τις υπηρεσίες μου, μου απάντησαν αρνητικά. Σκέφτηκα όμως ότι κάνω κάτι καλό, ότι μακροπρόθεσμα θα βοηθηθούμε από αυτό εμείς οι πωλητές. Πού να ήξερα…»
Οι «Αόρατες Διαδρομές»
Πρόκειται για μια δράση που οργάνωσε το περιοδικό, για την οποία εκπαίδευσε έναν μικρό αριθμό διανεμητών ως οδηγούς-περιηγητές. Εκείνοι στη συνέχεια πραγματοποιούσαν προκαθορισμένα δρομολόγια περιήγησης σε συγκεκριμένες εγκαταστάσεις κοινωνικών δομών της πόλης. «Το εισιτήριο ορίστηκε στα 6 ευρώ ανά άτομο, στο ίδιο μοντέλο με τη διανομή των περιοδικών: 3 ευρώ για τον περιηγητή και άλλα τόσα για το περιοδικό, προκειμένου να καλύψει τα έξοδα εκπαίδευσής μας και τους φόρους. Κάθε γκρουπ περιήγησης είχε από 5 έως 15 επισκέπτες» μας λέει ο κ. Μπακογιάννης.
«Το θέμα είναι ότι όταν μετά από έναν μήνα που μας κάλεσαν να πληρωθούμε, γιατί έτσι ήταν καλύτερα για εμάς, όπως μας είπαν, προφανώς αδιαφορώντας για τις τρέχουσες οικονομικές υποχρεώσεις μας, διαπίστωσα ότι το περιοδικό είχε μετακυλίσει τον φόρο σ’ εμάς τους οδηγούς και αποφάσισε ότι θα πληρωθούμε λίγο παραπάνω από 2 ευρώ ανά επισκέπτη που είχαμε αναλάβει. Πολλοί μάλιστα από τους επισκέπτες κατέβαλλαν εθελοντικά μεγαλύτερο αντίτιμο από τα 5 ευρώ, χωρίς εμείς φυσικά να το μαθαίνουμε ποτέ».
«Μια στέγη για τη Σχεδία»
Άλλη μια ιστορία για την οποία μας μίλησε ο Χρήστος Μπακογιάννης είναι αυτή της φωτογραφικής έκθεσης που οργάνωσε το περιοδικό στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών. «Μία πολύ γνωστή εταιρεία παραχώρησε ως χορηγία στο περιοδικό 10 φωτογραφικές μηχανές, οι οποίες θα δίνονταν σε δέκα ανθρώπους από εμάς, ώστε να βγάλουμε όσες περισσότερες φωτογραφίες από την πόλη μπορούμε, θεματικές που θα επιλέγαμε οι ίδιοι. Πράγματι, έτσι έγινε και εγώ ήμουν ο ένας από τους 10 που πήραν μία φωτογραφική μηχανή. Έδωσα όλη μου την ψυχή σε αυτό το εγχείρημα και τράβηξα 9.000 φωτογραφίες… Από αυτές, πολλές συμμετείχαν στη φωτογραφική έκθεση των πωλητών της “Σχεδίας”, που πραγματοποιήθηκε από τις 27 Απριλίου έως τις 10 Μαΐου στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Οι δύο βέβαια από τους δέκα που συμμετείχαμε δεν ήταν άποροι πωλητές του εντύπου, αλλά κανονικοί μισθωτοί του περιοδικού…» αναφέρει ο κ. Μπακογιάννης.
«Εν πάση περιπτώσει, όταν ολοκληρώθηκε η έκθεση μου είπαν από το περιοδικό ότι από τις δικές μου φωτογραφίες πωλήθηκαν 3 δίπτυχα κομμάτια metal print συνολικής αξίας 840 ευρώ, από τα οποία εισέπραξα 218 ευρώ, και 2 μονά κομμάτια metal print συνολικής αξίας 460 ευρώ. Αργότερα μου είπαν ότι τελικά πωλήθηκε ένα και είχα να λάβω από αυτό 230 ευρώ, από τα οποία κατέληξα να πάρω τα 68. Εκτός όλων αυτών πωλήθηκε και μεγάλος αριθμός καρτ ποστάλ, αξίας 3 ευρώ έκαστη, για τις οποίες δεν μου έκαναν καμία αναφορά, παρότι το δελτίο τύπου της έκθεσης αλλά και το έντυπο που μοιραζόταν στους επισκέπτες έκανε ξεκάθαρα λόγο για απόδοση του συνόλου των εσόδων στους δημιουργούς, δηλαδή τους φωτογράφους. Προσωπικά είμαι βέβαιος ότι ήταν περισσότερες οι φωτογραφίες που πωλήθηκαν και μας το απέκρυψαν σκοπίμως. Το συνολικό ποσό που έλαβα για την έκθεση ήταν 284,9 ευρώ…»
Υπάρχουν αρκετά ακόμα δείγματα τέτοιων τακτικών, σύμφωνα με τον κ. Μπακογιάννη. «Τι να σας πρωτοπώ… Η διοίκηση του περιοδικού φροντίζει να τακτοποιεί τους δικούς της ανθρώπους. Θα σας φέρω μερικά παραδείγματα ακόμα: το περιοδικό, εκτός από την πώλησή του από εμάς στον δρόμο, διανέμεται και σε εταιρίες, από πωλητές που τις επισκέπτονται. Αυτοί οι πωλητές είναι σχεδόν πάντα “βαλτοί” από τη διοίκηση, φίλοι, ξαδέρφια, αδέρφια τους… συνήθως δεν είναι καν άποροι. Και χωρίς καμία διαφάνεια, καρπώνονται όποιο ποσό από τις εισπράξεις τους επιθυμούν.
»Επίσης απαγορεύεται να είναι κάποιος συνδρομητής του περιοδικού εάν βρίσκεται εντός της ζώνης διάθεσής του. Εντός Αθήνας και Θεσσαλονίκης δηλαδή. Αυτός ο κανονισμός παραβιάζεται συνεχώς. Πρόσφατα, για παράδειγμα, έμαθα ότι συνδρομητής στο περιοδικό είναι το Μέγαρο Μαξίμου! Μιλάμε για απίστευτα πράγματα… και φυσικά στις περιπτώσεις των διανομών, το σύνολο του ποσού πάει στο περιοδικό. Καταλαβαίνετε ότι προκύπτει και πάλι συμφέρον και αθέμιτος ανταγωνισμός. Οι “δικοί” τους πωλητές ή “πωλητές”, μπορεί να πουλήσουν 50 τεύχη σε μισή ώρα επίσκεψης σε μια εταιρεία, την ώρα που οι υπόλοιποι στηνόμαστε στον δρόμο με κρύο και καύσωνα, για να πουλήσουμε ένα ή δύο τεύχη την ώρα».
«Τα δικά μου διαφυγόντα κέρδη που μου παρακράτησε η εταιρεία, κυρίως από την έκθεση φωτογραφίας, τα υπολογίζω περίπου στις 5.000 ευρώ. Περιττό βέβαια να σας πω ότι δουλεύουμε ανασφάλιστοι, παρότι μας είχαν πει ότι θα μας ασφαλίσουν. Εγώ υπέβαλα την παραίτηση μου στις 28 Ιουλίου μπροστά σε όλους τους συναδέλφους μου, για να μην έχει κανείς να μου προσάψει τίποτα το μεμπτό. Είναι πάνω απ’ όλα θέμα αξιοπρέπειας» καταλήγει ο Χρήστος Μπακογιάννης.
Το zougla.gr προσπαθεί από την Παρασκευή να επικοινωνήσει με τη διοίκηση του περιοδικού, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν έχουμε λάβει απάντηση…
Διαβάστε την απάντηση του περιοδικού «Σχεδία» εδώ: