Όποτε βρίσκεσαι σε ένα δωμάτιο με Ευρωπαίους αξιωματούχους και συζητάς για το ευρώ, συνήθως υπάρχει κάποιος που σηκώνει το δάκτυλο και λέει: «Καλά όλα αυτά, όμως είναι ενάντια στους κανόνες».
Και τότε γίνεται ησυχία, γράφει σε άρθρο του στους «Financial Times» ο Γερμανός οικονομολόγος Βόλφγκανγκ Μίνχαου.
Και σημειώνει ότι αυτό το «ενάντια στους κανόνες» είναι μεγάλο πράγμα στην Ευρώπη. Οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν πραγματικά ποιοι είναι οι κανόνες. Όμως γνωρίζουν πως οι κανόνες πρέπει να τηρούνται. Πολλοί από τους ευρωπαϊκούς κανόνες είτε δεν υπάρχουν είτε αποτελούν κάποια μάλλον παρατραβηγμένη ερμηνεία των υφιστάμενων
Η κατάσταση θυμίζει στον αρθρογράφο τη «Δίκη» του Φραντς Κάφκα, όπου ένας άνδρας προσπαθεί να μπει σε ένα δικαστήριο. Ο θυρωρός τού λέει πως είναι κατ’ αρχήν εφικτό να μπει, αλλά όχι εκείνη την ώρα. Ο άνδρας περνάει ολόκληρη τη ζωή του μπροστά από το δικαστήριο, περιμένοντας να μπει.
Στο τέλος της ζωής του, του λένε πως θα μπορούσε να είχε περάσει την πόρτα οποιαδήποτε στιγμή. Αυτός ο άνδρας ακολούθησε τους λάθος κανόνες – τους κανόνες του μυαλού και όχι του νόμου.
Οι κανόνες του μυαλού είναι αυτό που αντιμετωπίζουμε στην ευρωπαϊκή συζήτηση για το ενιαίο νόμισμα. Πολλοί από αυτούς τους κανόνες είτε δεν υπάρχουν είτε αποτελούν κάποια μάλλον παρατραβηγμένη ερμηνεία των υφιστάμενων κανόνων.
Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ελληνικής κρίσης, ο αρθρογράφος γράφει ότι συνάντησε έναν παντελώς νέο κανόνα. Τον πρωτοάκουσε από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Λέει (αυτός ο κανόνας) πως οι χώρες δεν επιτρέπεται να χρεοκοπήσουν εντός της ευρωζώνης. Από την άλλη όμως, η χρεοκοπία είναι μια χαρά όταν φύγουν από την ευρωζώνη.
Αργότερα ο Μίνχαου διάβασε πως ο Ότμαρ Ίσινγκ, ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, χρησιμοποίησε σχεδόν την ίδια ακριβώς φράση με τον κ. Σόιμπλε σε συνέντευξή του σε ιταλική εφημερίδα. Αν το λένε τόσο πολλοί σημαντικοί άνθρωποι, τότε σίγουρα είναι αλήθεια, έτσι δεν είναι;
Στην πραγματικότητα, όπως προκύπτει, δεν υπάρχει τέτοιος κανόνας. Υπάρχει μόνο το Άρθρο 125 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Άρθρο 125 λέει πως οι χώρες δεν θα πρέπει να αναλαμβάνουν το χρέος άλλων χωρών. Αυτό είναι γνωστό ως ο όρος «no-bailout» – αν και, όπως προκύπτει, αυτό είναι μια μάλλον υπερβολική ερμηνεία.
Στην απόφαση σταθμό για την υπόθεση Pringle –που σχετίζονταν με ένα ιρλανδικό ζήτημα το 2012– το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε πως μπορεί να υπάρξει διάσωση, ακόμα και με το Άρθρο 125, αρκεί ο σκοπός της διάσωσης να είναι να καταστεί βιώσιμη μακροπρόθεσμα η δημοσιονομική θέση της χώρας που θα λάβει τη διάσωση.
Σε μια άλλη απόφαση-σταθμό, φέτος τον Ιούνιο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στήριξε την υπόσχεση του Μάριο Ντράγκι να κάνει ό,τι χρειαστεί για να βοηθήσει μια χώρα που δέχεται κερδοσκοπικές επιθέσεις.
Η δέσμευση του προέδρου της ΕΚΤ είχε αμφισβητηθεί από το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο. Και στις δυο περιπτώσεις, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν στήριξε την κυρίαρχη γερμανική νομική ερμηνεία.
Ένα ενδιαφέρον άρθρο τριών συγγραφέων από το ευρωπαϊκό think-tank Bruegel συμπεραίνει πως η ελάφρυνση χρέους σίγουρα συνάδει με την υφιστάμενη νομοθεσία Άρα, διερωτάται ο αρθρογράφος, τι μπορούμε να συμπεράνουμε από τις προηγούμενες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, απουσία κάποιας ξεκάθαρης απόφασης από το Δικαστήριο για την ελάφρυνση του χρέους;
Ένα ενδιαφέρον άρθρο τριών συγγραφέων από το ευρωπαϊκό think-tank Bruegel συμπεραίνει πως η ελάφρυνση χρέους σίγουρα συνάδει με την υφιστάμενη νομοθεσία.
Η επιχειρηματολογία έχει ως εξής: στην υπόθεση Pringle, το δικαστήριο έδωσε το πράσινο φως για διασώσεις κατ’ αρχήν, αρκεί να έχουν σκοπό να σταθεροποιήσουν τα δημόσια οικονομικά. Στην απόφαση για το «μαξιλάρι» της ΕΚΤ, το δικαστήριο αποδέχθηκε την αρχή ότι η ΕΚΤ μπορεί να υποστεί απώλειες στις αγορές τίτλων της, αρκεί η Τράπεζα να ακολουθεί την εντολή της.
Προσθέστε τις δυο αυτές αποφάσεις, και έχετε την ελάφρυνση χρέους. Δεν είμαι σίγουρος, γράφει ο Μίνχαου, αν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα ακολουθήσει επακριβώς αυτήν την επιχειρηματολογία, αν η υπόθεση φτάσει ποτέ στη Δικαιοσύνη. Το Δικαστήριο πιθανότατα θα επέβαλε κάποιους περιορισμούς.
Όμως θα με εξέπληττε, προσθέτει, αν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ακολουθούσε τώρα τη γερμανική ερμηνεία, όταν προηγουμένως την είχε απορρίψει.
Γιατί διαφωνούν τόσο η Γερμανία και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο; Ο φανερός λόγος είναι ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τη νομισματική ένωση είναι εσωτερικά ασυνεπής, και ως εκ τούτου επιδέχεται διάφορες ερμηνείες.
Ούτε επιτρέπει την έξοδο, τη χρεοκοπία, ούτε τη διάσωση, και ως εκ τούτου δεν έχει κάποια ξεκάθαρη διαδικασία για την περίπτωση μιας οικονομικής κρίσης.
Η γερμανική άποψη είναι πως ο όρος «no bail-out» είναι ο ισχυρότερος όλων και πρέπει ως εκ τούτου να έχει προτεραιότητα. Άλλοι διαφωνούν.
Επιπλέον, οι Γερμανοί δικηγόροι με ειδίκευση στο συνταγματικό δίκαιο δεν επιτρέπουν να μπαίνουν στα νομικά τους επιχειρήματα οικονομικές θεωρήσεις, ενώ οι δικηγόροι του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου το επιτρέπουν. Σε βαθύτερο επίπεδο, η διαφωνία δεν έχει να κάνει με τη νομική, αλλά με την πολιτική και τα οικονομικά.
Ο νέος κανόνας «όχι χρεοκοπία» είναι μια πολιτική φιλοδοξία ενδεδυμένη τον μανδύα του νομικού περιορισμού, καταλήγει ο Μίνχαου. Αυτό που πραγματικά συμβαίνει είναι ότι η Γερμανία δεν θέλει να ελαφρυνθεί το ελληνικό χρέος για πολιτικούς λόγους, και χρησιμοποιεί ως πρόφαση την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Ομοίως, όταν ο κ. Σόιμπλε προτείνει έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, θα πρέπει να διερωτηθεί κανείς με ποιον κανόνα συνάδει αυτό. Το γεγονός είναι ότι φτιάχνουν τους κανόνες στην πορεία, προκειμένου να προσαρμόζονται στους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς.
Πηγή: euro2day