«Ως εγγυήτρια δύναμη, επιθυμούμε για τον εαυτό μας, αλλά και για την Τουρκία να αποσυρθούμε από την Κύπρο», είπε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, κατά τη συνάντηση που είχε την Παρασκευή στη Νέα Υόρκη με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Μπαν Κι Μουν.
Ένα βασικό θέμα τη συνάντησης ήταν το Κυπριακό. «Τα ζητήματα» όπως είπε ο κ. Κοτζιάς «της προόδου ή μη και της ελπίδας που έχουμε για τη λύση του Κυπριακού προβλήματος, για τη διαπραγμάτευση, που θα ξεκινήσει με απόφαση της κυπριακής κυβέρνησης».
Ο υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε ότι «δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική λύση που να μην αποκαθιστά μια Κυπριακή Δημοκρατία κυρίαρχη και με όλα τα δικαιώματα που έχει κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν δεν συμβεί αυτό, δεν θα πρόκειται για λύση. Θα είναι μια εικονική λύση ή για μια ψευδαίσθηση λύσης. Άρα, εμείς επιθυμούμε να σταματήσουν και τα δικά μας δικαιώματα και των άλλων που απορρέουν από παλαιότερες συνθήκες».
Ο υπουργός Εξωτερικών απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με την επιθυμία για επίλυση του κυπριακού εντός του 2015 που εξέφρασε ο Τούρκος ομόλογός του κ. Τσαβούσογλου πριν από τη συνάντησή του με τον κ. Κέρι, αλλά και τη πρόταση του πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου στον ΓΓ να ετοιμάσει ένα σχέδιο «Μπαν Κι-Μουν», κατά το πρότυπο του σχεδίου Ανάν, είπε: «νομίζω ότι αν οι Τούρκοι θέλουν λύση πολύ γρήγορα, δεν έχουν παρά να φύγουν πολύ γρήγορα από το νησί».
Παράλληλα, εξήγησε ότι στις 11 Μαΐου πρόκειται να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και την επομένη, θα έχει διμερείς συζητήσεις με την Τουρκία, καθώς στις 13 και 14 Μαΐου, στην Αττάλεια, διεξάγεται η σύνοδος των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ.
Ο κ. Κοτζιάς και ο κ. Μπαν κι Μουν συζήτησαν εκτεταμένα και για το ζήτημα των μεταναστευτικών κυμάτων που έρχονται από την Βόρεια Αφρική και την Μέση Ανατολή.
«Διαπιστώσαμε», είπε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, «ότι είναι ένα ζήτημα που η δική μας κυβέρνηση το έθεσε από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε. Τότε παρεξηγήθηκε το γεγονός ότι επεσήμανα σε όλη την Ευρώπη τους κινδύνους από τα κύματα μετανάστευσης. Μάλιστα κάποιοι προσπάθησαν να πουν ότι εγώ έλεγα ότι θα τα στείλω στην Ευρώπη. Εγώ έκανα μια πολιτική ανάλυση που δυστυχώς επιβεβαιώθηκε».
Παράλληλα ο υπουργός Εξωτερικών διατύπωσε και «ορισμένες συγκεκριμένες προτάσεις για την αξιοποίηση ικανών Ελλήνων και πανεπιστημιακών» η οποία έγινε ευμενώς αποδεκτή.
Η συνάντηση του Νίκου Κοτζιά με τον Μάθιου Νίμιτς
Σχετικά με τη συνάντηση που είχε νωρίτερα με τον Ειδικό Απεσταλμένο για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ Μάθιου Νίμιτς, ο κ. Κοτζιάς δήλωσε ότι τον ενημέρωσε για την πρόταση που απηύθυνε στον ομόλογό του για τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
«Δεν υπήρξε άμεση απάντηση» είπε ο κ. Κοτζιάς επισημαίνοντας ότι «τελικά η γείτονα χώρα συμφώνησε σε μία τέτοια συζήτηση και στη Βουδαπέστη όπου βρέθηκα πριν από δύο εβδομάδες συζητήσαμε την ανταλλαγή καταλόγου μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Υπάρχει μία σύμπτωση σε ορισμένα σημεία, που μπορεί να είναι η αφετηρία για ένα τέτοιο διάλογο».
Ο ‘Ελληνας υπουργός είπε επίσης στον κ. Νίμιτς ότι «εμείς θέλουμε να συνεχίσουμε το διάλογο» και του ανέφερε το γεγονός ότι «ουσιαστικά πίσω από το όνομα κρύβεται ένα συγκεκριμένο είδος αλυτρωτισμού, ο οποίος δυσκολεύει στην αποκατάσταση εκείνων των σχέσεων που θέλουμε, που είναι σχέσεις εμπιστοσύνης».
Η επίσκεψη στις ΗΠΑ
Σχετικά με την επίσκεψή του στις ΗΠΑ, η οποία ολοκληρώθηκε την Παρασκευή ο κ. Κοτζιάς είπε: «Έχω την αίσθηση, και από τις συζητήσεις που είχα και με οργανώσεις στη Νέα Υόρκη -και τις οποίες θα συνεχίσω μέχρι το βράδυ- και από τη συνάντηση που είχαμε με τις αμερικανο-εβραϊκές οργανώσεις, εδώ στη Νέα Υόρκη, ότι ενώ η ατμόσφαιρα στην Αμερική όταν πρωτοφτάσαμε ήταν παράξενη γενικά, όπως φάνηκε και στην Ουάσιγκτον την Κυριακή, εδώ είναι θετικοί απέναντι στην Ελλάδα και έχουν πάρει τα μηνύματά μας με εκείνο τον τρόπο που εμείς επιθυμούσαμε».
Ως συνολικό απολογισμό της επίσκεψής του στην Ουάσιγκτον και τη Νέα Υόρκη ο κ. Κοτζιάς είπε ότι «ήταν πιο δημιουργική και παραγωγική απ’ ότι θα περιμέναμε με βάση τις παλαιότερες μας εμπειρίες και νομίζω ότι έχει διαμορφωθεί το κατάλληλο κλίμα εμπιστοσύνης. Είναι χαρακτηριστικό ότι έχουμε από πάρα πολλές πλευρές προτάσεις να μας βοηθήσουν στην ανάπτυξη της οικονομίας μας αλλά και στο πέρασμα των απόψεων μας σε διεθνείς οργανισμούς όπως το ΔΝΤ και ο ΟΗΕ».