Δεν είναι μόνο λόγω των αντιρρήσεων του ευρύτερου ευρωπαϊκού κοινού που η πλειοψηφία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επανεξετάζει την προτεινόμενη προς υπογραφή Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (Transatlantic Trade and Investment Partnership -TTIP) με την Ουάσιγκτον: Ο βασικός φόβος είναι πως ένα από τα δυσάρεστα αποτελέσματα θα είναι η εξωδικαστική επίθεση από τις αμερικανικές εταιρίες σε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.

Οι όροι που προστατεύουν τους επενδυτές, είναι τόσο αυστηροί, που αναμένεται να προκληθεί γενική αναστάτωση στο νομικό καθεστώς των ευρωπαϊκών κρατών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ


 
Όταν ο Σοσιαλδημοκράτης Bernd Lange προπαγάνδιζε τα πλεονεκτήματα της Συμφωνίας Ελευθέρου Εμπορίου με τις ΗΠΑ, συνήθιζε να φέρνει το παράδειγμα με το δημοφιλές «βανάκι» της Volkswagen για τους χίπις της δεκαετίας του 1960 στις ΗΠΑ. Θύμιζε ότι στο δημοφιλές αυτοκίνητο από το 1964 είχε επιβληθεί δασμός εισαγωγής 25%, μία τιμωρία προς την τότε ΕΟΚ, που δασμολογούσε την εισαγωγή αμερικανικών πουλερικών. Αποτέλεσμα ήταν να πέσουν δραματικά οι πωλήσεις του αυτοκινήτου.

Ο Lange, θαυμαστής των κλασσικών αυτοκινήτων, τυχαίνει να είναι και πρόεδρος στην Ευρωπαϊκή Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη Συμφωνία «TTIP». Και ενώ εξαίρει τα οφέλη για την VW, έχει λίγα να πει για τις αρνητικές επιπτώσεις της συμφωνίας στις δημόσιες εμφανίσεις του. Κι όμως στις ευρωπαϊκές εξαγωγικές χώρες η πλειοψηφία των πολιτών είναι αντίθετη στη συμφωνία αυτή. Ακόμη και σε πολλές εκκλησίες μοιράζονται φυλλάδια που επισημαίνουν τις παγίδες από τη συμφωνία. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Κύριο σημείο των αντιθέσεων αποτελούν τα ειδικά πλεονεκτήματα που δίνονται στους επενδυτές οι οποίοι θα μπορούν να τα βάζουν εξωδικαστικά με τις κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών κρατών, μέσω «ειδικών διεθνών συμβουλίων διευθέτησης διαφορών», παρακάμπτοντας την υπάρχουσα νομοθεσία.

Πρόκειται για ένα «χάπι» που δυσκολεύονται να το προσφέρουν να το καταπιούν ακόμα και εκείνοι που διάκεινται ευμενώς στο «άνοιγμα των αγορών».

Περί τους 145.000 Ευρωπαίοι πολίτες έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους στη δημόσια διαβούλευση που είχε προκαλέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι περισσότεροι εξέφραζαν φόβους ότι οι αμερικανικές εταιρίες θα επιδιώξουν να ανατρέψουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ιδιαίτερα σε ευαίσθητα θέματα όπως τα οικολογικά ζητήματα, η γενετική και η ποιότητα των τροφίμων.

«Πρόκειται προφανώς για εξαιρετικά τοξικό πρόβλημα», παραδέχεται η Ευρωπαία Επίτροπος Σεσίλια Μάλμστρομ, επικεφαλής των διαπραγματεύσεων με τους Αμερικανούς. Αντί όμως να ξεκαθαρίσει την ευρωπαϊκή θέση, δείχνει να χρονοτριβεί.

Το πιθανότερο είναι, λένε οι παρατηρητές, ότι η Μάλμστρομ προσπαθεί να δώσει στον πρόεδρο Ομπάμα χείρα βοηθείας, στη μάχη του με το αντίπαλο Κογκρέσο και να του δώσει άδεια να υπογράψει τη συμφωνία με τους Ευρωπαίους. Σε αντίθετη περίπτωση η ΤΤΙΡ θα καταστεί… νεκρή για μεγάλο χρονικό διάστημα, διατείνονται υποστηρικτές της όπως η Μάλμστρομ.

Ένα από τα εμπόδια που δύσκολα θα ξεπεράσει η Μάλμστρομ, είναι η ξεκάθαρη, απόφαση του Ευρωκοινοβούλιου του 2011 με την οποία «δεν γίνεται αποδεκτή οποιαδήποτε παράγραφος στη συμφωνία που θα επιτρέπει σε ανώνυμους διαιτητικούς οργανισμούς να μπορούν να καταστρατηγήσουν εθνικούς νόμους».

Το καναδικό προηγούμενο

Η καναδική εμπειρία δικαιολογεί τις ευρωπαϊκές ανησυχίες. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Βορείου Αμερικής (North American Free Trade Agreement -NAFTA) οι Αμερικανοί κατόρθωσαν να αποκτήσουν εκτεταμένα δικαιώματα για τους επενδυτές τους που ξεπερνούσαν προηγούμενες εμπορικές συμφωνίες, ακόμη και εκείνη την δρακόντεια που είχαν υπογράψει με την Γερμανία.

Βάσει της συμφωνίας, είχαν σκοτωθεί περίπου 360 τάρανδοι σε προστατευόμενο πάρκο «natura».

Στα 2011 η τοπική κυβέρνηση του Κεμπέκ, για οικολογικούς λόγους,αποφάσισε να θέσει μορατόριουμ στην άντληση φυσικού αερίου στον ποταμό Σαιντ Λόρενς.

Η απάντηση που ήρθε από την αμερικανική εταιρία «Lone Pine Resources» ήταν να διεκδικήσει αποζημίωση 245 εκατ. δολαρίων, από ειδική διαιτητική επιτροπή, επικαλούμενη το άρθρο 11 προστασίας επενδυτών της NAFTA. Η απόφαση δεν έχει εκδοθεί ακόμη.

Ανάλογες συμφωνίες, έχουν… αποθρασύνει εταιρίες όπως η Exxon και η Dow Chemical, οι οποίες έχουν καταφύγει σε διαιτησίες απαιτώντας αποζημιώσεις για περίπου 600 υποθέσεις.

 Ο νόμος του ισχυρότερου

Ως τώρα οι εταιρίες έχουν στο στόχαστρό τους τια αναπτυσσόμενες χώρες που υποχρεώνονται να αποδεχτούν δυσβάσταχτους όρους με αντάλλαγμα το δικαίωμα εξαγωγής σε πλουσιότερες χώρες. Η προστασία του επενδυτή αποτελεί το «δίκαιο του ισχυρότερου».

Σύνταξη: Κ. Μπετινάκης

Πηγή : Spiegel

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης