Το καρναβάλι του Ρίο ντε Τζανέιρο έριξε τίτλους τέλους πριν λίγες ώρες, το σαμπαδρόμιο που έσφυζε από ζωή επέστρεψε στους κανονικούς του ρυθμούς και οι Βραζιλιάνοι πλέον μετρούν αντίστροφα για την έναρξη ενός ακόμη μοναδικού γεγονότος που είναι προγραμματισμένο να γίνει τους προσεχείς μήνες στη χώρα του καφέ: το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου.

Μια διοργάνωση που μαζί με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016 που θα γίνουν στο Ρίο, έχουν διχάσει τους Βραζιλιάνους, για το κατά πόσο η χώρα είναι ικανή να διοργανώσει δύο τόσο σημαντικά αθλητικά γεγονότα, εν μέσω μια συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης, που υποχρεώνει μεγάλο μέρος του πληθυσμού -κυρίως στις μεγαλοπούλεις- να ζουν στα όρια τις φτώχειας. Οι φαβέλες, όσο κι αν κάποιοι προσπαθούν να υποβαθμίσουν την υπόστασή τους, ζουν και βασιλεύουν και όσο κι αν προσπαθήσουν κάποιοι να τις… κρύψουν κατά τη διάρκεια των Αγώνων, είναι σίγουρο ότι μέσα τους θα έχουν ακόμη ζωή! Η ζωή στην Βραζιλία είναι δύσκολη και αρχικώς το Μουντιάλ και εν συνεχεία οι Ολυμπιακοί Αγώνες, αναμένεται να την κάνουν πιο δύσκολη και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά όλοι εκείνοι που καθημερινά βγαίνουν στους δρόμους κα διαμαρτύρονται για τα δεινά που πλήττουν και θα συνεχίσουν να πλήττουν τη χώρα, με αυξήσεις σε πολλά υλικά αγαθά, αλλά και υπηρεσίες (εισιτήρια, υγεία κ.α.).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αποδέκτης της κατάστασης που επικρατεί εδώ και αρκετούς μήνες στο Σάο Πάολο, είναι ένας Έλληνας που ζει στην Βραζιλία τα τελευταία 45 χρόνια. Ασχολείται με τον αθλητισμό, αφού είναι διευθυντής επικοινωνίας στο τμήμα τζούντο της Παλμέιρας, ενώ τα τελευταία 27 χρόνια διατηρεί με την Ελληνίδα σύζυγό του, βιοτεχνία ενδυμάτων, η οποία απασχολεί 40 υπαλλήλους. Ο Δημήτρης Καραμπουρνιώτης, πατέρας του μέλους της εθνικής ομάδας μας ομάδας τζούντο, Βίκτωρα Καραμπουρνιώτη, μίλησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) για το κλίμα που υπάρχει στο Σάο Πάολο, περίπου 100 ημέρες πριν την έναρξη του Μουντιάλ, στην κραυγή αγωνίας των Βραζιλιάνων για τα υπέρογκα ποσά που δαπανούνται για τις δύο μεγάλες αθλητικές εκδηλώσεις, ενώ αναφέρθηκε και στην κινητοποίηση της ελληνικής κοινότητας του Σάο Πάολο εν όψει της έλευσης της εθνικής μας ομάδας στην Βραζιλία.

Η συνέντευξη του Δημήτρη Καραμπουρνιώτη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:

– Τι συμβαίνει τώρα στην Βραζιλία, σχεδόν 100 ημέρες πριν από το Μουντιάλ και δύο χρόνια πριν από τους Ολυμπιακούς και Παραολυμπιακούς Αγώνες. Σε τι ρυθμούς κινείται η χώρα ενόψει των κορυφαίων διοργανώσεων;
«Σε όλες τις μεγαλουπόλεις της Βραζιλίας, καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για τη φιλοξενία δύο σημαντικών αλλά -υπέρ το δέον- δαπανηρών αθλητικών εκδηλώσεων. Τα επεισόδια σε πολλές περιπτώσεις δεν λείπουν, όπως αυτά που έγιναν πριν από λίγο καιρό στο Σάο Πάολο, όπου χιλιάδες διαδηλωτών συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Οι άνθρωποι που διαδηλώνουν ξέρουν ότι όλα είναι ένα ψέμα. Ο λαός έχει βαρεθεί να ζει στο ψέμα. Ζούμε σε ένα περιβάλλον με πολίτες φτωχούς, χωρίς σπίτι, χωρίς σιγουριά, χωρίς νοσοκομεία. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν στις φαβέλες. Άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά στα νοσοκομεία επειδή δεν υπάρχουν γιατροί. Δεν υπάρχουν σχολεία και όμως κάποιος ή κάποιοι εδώ στην Βραζιλία αποφάσισαν να δαπανήσουν δισεκατομμύρια για τη φιλοξενία των Αγώνων».

-Σε μια σύντομη κουβέντα που είχαμε νωρίτερα, μου είπατε ότι το Σάο Πάολο «καίγεται» από τις αντιδράσεις όλων εκείνων που θα ήθελαν το Μουντιάλ να μην γίνει στην Βραζιλία. Τι είναι αυτό που δεν μπορούμε να δούμε εμείς στην Ελλάδα, ενόψει μάλιστα και του Μουντιάλ όπου αρκετοί συμπατριώτες μας θα θελήσουν να έρθουν στην Βραζιλία;

«Τα πολιτικά παιχνίδια που γίνονται σε βάρος του απλού λαού. Με πρόσχημα το Μουντιάλ και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το ένα πολιτικό κόμμα προσπαθεί να ρίξει το βάρος στο άλλο. Κατηγορούν οι μεν τους δε, ότι οι φασαρίες που γίνονται καθημερινά στους δρόμους των μεγαλουπόλεων και σχετίζονται με την άρνηση των Βραζιλιάνων να φιλοξενήσουν στη χώρα τους αυτά τα αθλητικά γεγονότα, υποκινούνται από τις πολιτικές ηγεσίες των κομμάτων που φλερτάρουν με την εξουσία. Υπάρχουν αρκετοί σοβαροί πολιτικοί, αλλά οι περισσότεροι θέλουν να δείξουν ότι εδώ όλα είναι μαντάρα και ότι το κράτος δεν νοιάζεται για το λαό του. Την ίδια στιγμή βέβαια, τα χρήματα για το Παγκόσμιο Κύπελλο δαπανώνται χωρίς μέτρο».

-Οι τεράστιες αντιθέσεις που υπάρχουν στη χώρα (κοινωνικές, οικονομικές κ.α.) επιτρέπουν στους Βραζιλιάνους να αντιμετωπίσουν τη διοργάνωση με τον ίδιο τρόπο όπως και ο υπόλοιπος ποδοσφαιρικός πλανήτης;

« Όλοι λένε ότι ο Λούλα (σ.σ. Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα) που ήταν πρόεδρος όταν επελέγη η Βραζιλία για να φιλοξενήσει το Μουντιάλ, έδωσε πολλά χρήματα για να πάρει τη διοργάνωση, στοχεύοντας φυσικά στον αποπροσανατολισμό των συμπατριωτών του ενόψει εκλογών, με στόχο το κόμμα του να παραμείνει στην κυβέρνηση. Ήξερε την αδυναμία των Βραζιλιάνων για την στρογγυλή θεά και εκεί ακριβώς στόχευσε. Τώρα, αυτοί που διεκδικούν την εξουσία προσπαθούν να ρίξουν το φταίξιμο στους προηγούμενους, σε μια συνήθη πολιτική τακτική. Η ουσία είναι ότι δαπανώνται δισεκατομμύρια δολάρια για αθλητικά γεγονότα που δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα στους Βραζιλιάνους. Αυτό το γνωρίζουν όλοι αλλά ζουν μέσα σε ένα ψέμα».

-Ο Ριβάλντο είχε εκφράσει την άποψη ότι κακώς η Βραζιλία ανέλαβε δύο τόσο μεγάλες διοργανώσεις, ακριβώς λόγω των τεράστιων κοινωνικών αντιθέσεων που υπάρχουν. Η πλειοψηφία των Βραζιλιάνων ασπάζεται τη συγκεκριμένη άποψη;
«Και βέβαια! Από τη στιγμή που μία χώρα δεν έχει ούτε τα ελάχιστα για να ζήσουν οι πολίτες της σαν άνθρωποι, κάποιοι ξοδεύουν δισεκατομμύρια μόνο για να χτίσουν γήπεδα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα δαπανηθούν περισσότερα χρήματα απ` ότι και στα τρία προηγούμενα παγκόσμια κύπελλα μαζί. Δυστυχώς εδώ οι περισσότεροι είναι αγράμματοι. Όχι με την έννοια ότι δεν ξέρουν να διαβάζουν αλλά για τις πολιτικές καταστάσεις. Γι` αυτό και δεν ρωτάνε που βρίσκονται τα χρήματα για να γίνουν όλα αυτά τα έργα, την ίδια στιγμή που οι ίδιοι δεν έχουν ένα σπίτι να μείνουν».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

-Ακόμη και επί δικτατορίας Ζοάο Φιγκεϊρέδο, είχε γίνει προσπάθεια από πλευράς FIFA να διοργανώσει η Βραζιλία ένα Μουντιάλ, αλλά όπως έγινε γνωστό πρόσφατα από το άνοιγμα των αρχείων του, ο τότε πρόεδρος Ζοάο Χαβελάνζε είχε εισπράξει αρνητική απάντηση;
«Πράγματι, πρόσφατα ο γιός του Φιγκεϊρέδο, άνοιξε τα αρχεία του πατέρα του, από τα οποία προέκυψε ότι ο Χαβελάνζε ζητούσε τη διοργάνωση από τη Βραζιλία του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1982. Η απάντηση που εισέπραξε ο ισχυρός άνδρας της FIFA ήταν αποστομωτική: “Όταν ο λαός μου δεν έχει σπίτι να μείνει, σχολεία να μορφώνεται, νοσοκομεία να γιατρεύεται, προσωπικά δεν θέλω να μιλάω για ποδόσφαιρο”. Από τότε τα πράγματα μάλλον χειροτέρευσαν στους τομείς της υγείας και της μόρφωσης, όμως η Βραζιλία αποφάσισε να διοργανώσει ένα Μουντιάλ. Είναι παράλογο. Η χώρα δεν θα έπρεπε να δεχθεί να διοργανώσει αυτούς τους αγώνες. Είναι η μοναδική αλήθεια».

-Υπάρχει κινητοποίηση της ελληνικής κοινότητας στο Σάο Πάολο για την έλευση της εθνικής μας ομάδας ποδοσφαίρου στην Βραζιλία για το Μουντιάλ;

«Οι Έλληνες εδώ στο Σάο Πάουλο αποτελούμε το 70% της ελληνικής κοινότητας στην Βραζιλία. Φυσικά και θα επιδιώξουμε να δούμε την εθνική ομάδα. Απ` όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, θα πραγματοποιήσει προετοιμασία στο Σεργκίπε. Ο πρώτος αγώνας θα γίνει στο Μίνας Γκερές που είναι γύρω στα 600 χιλιόμετρα μακριά από το Σάο Πάολο. Η κινητοποίηση της ελληνικής κοινότητας είναι μεγάλη, όπως και η επιθυμία για να δούμε από κοντά την εθνική μας ομάδα».

-Ζείτε και εργάζεστε στο Σάο Πάολο τα τελευταία 45 χρόνια. Πιστεύετε ότι οι Βραζιλιάνοι θα είναι έτοιμοι για να φιλοξενήσουν δύο μεγάλα αθλητικά γεγονότα ή οι καθυστερήσεις που υπάρχουν στα έργα θα επηρεάσουν και την ποιότητα των διοργανώσεων;

«Η Βραζιλία δεν είναι έτοιμη για δύο τόσο μεγάλα αθλητικά γεγονότα. Τα έργα που γίνονται θα τελειώσουν την τελευταία ώρα και το πρόβλημα δεν είναι μόνο τα γήπεδα. Τα αεροδρόμια είναι μικρά, δεν υπάρχουν καλοί δρόμοι για κυκλοφορία, δεν υπάρχει μετρό. Ακόμη και τα λεωφορεία είναι λίγα. Αυτά δυστυχώς τα βλέπουν μόνο οι πολίτες και όχι οι πολιτικοί. Γιατί κανείς πολιτικός δεν γνωρίζει ότι το Σάο Πάολο, η τρίτη μεγαλύτερη πόλη του κόσμου, δεν είναι προσβάσιμη. Περπατάς στον δρόμο και είναι σαν να βρίσκεσαι σε πόλεμο. Δεν μπορείς να κυκλοφορήσεις σίγουρος, οποιαδήποτε μέρα και ώρα. Οποιαδήποτε στιγμή μπορούν να σε ληστέψουν και να σε σκοτώσουν για ένα ζευγάρι παπούτσια. Να σου πάρουν το αυτοκίνητο, πάντα φυσικά με την απειλή ενός όπλου. Αυτά όμως τα γνωρίζουν μόνοι οι ίδιοι οι πολίτες. Και γι` αυτό αγανακτούν μπροστά στο ενδεχόμενο να δαπανηθούν ποσά που θα μπορούσαν να δοθούν στην υγεία, την αστυνόμευση και την παιδεία. Είναι λυπηρό».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης