Μέχρι 23 χιλιάδες ευρώ μπορεί να έχει εισόδημα ένας μισθωτός, χωρίς να βάζει «συνεταίρο» την εφορία!
Ουσιαστικά δεν «επιτρέπεται» σε έναν ειλικρινή φορολογούμενο να εισπράττει πάνω από 23.000 ευρώ, χωρίς το φορολογικό σύστημα να τιμωρεί την παραγωγικότητα, τη φιλοδοξία, την εργατικότητα.
Κάθε ευρώ, μετά τις 23.000 ευρώ, υπάγεται αυτομάτως στην ανώτερη κλίμακα φορολογίας του 39% και τα 40 λεπτά καταλήγουν στα ταμεία του κράτους.
Σε μηνιαία βάση ο μέσος μισθωτός μπορεί να εισπράττει από όλες τις πηγές εισοδημάτων έως 1642,857 ευρώ, χωρίς να έρχεται το «μακρύ χέρι της Εφορίας» να του παίρνει τα μισά.
Ούτε λίγο, ούτε πολύ, η εφορία μπαίνει συνεταίρος και μάλιστα με το ισχυρό ποσοστό του 39%.
Τα τελευταία χρόνια δεν είναι λίγοι οι μισθωτοί, αλλά και ορισμένες κατηγορίες συνταξιούχων, που διαπιστώνουν ότι τα χρήματα από την επιπλέον εργασία, ή από κάποιο ενοίκιο στην καλύτερη περίπτωση, τα μοιράζονται με την εφορία. Εάν στο φορολογικό βάρος προσθέσει κανείς το κόστος, που παράγει η ίδια η δεύτερη δουλειά (μετακίνηση, πρόχειρο φαγητό, καφέδες κλπ), καλύτερα να κάτσει κανείς σπίτι του.
Έτσι, το φορολογικό σύστημα δίδει ένα σαφές μήνυμα:
«Μην αυξάνετε τα εισοδήματά σας και τον όποιο ελεύθερο χρόνο σας επενδύστε τον στην… τεμπελιά και όχι στην εργασία». Με δύο λέξεις «μην παράγετε».
Υπάρχουν όμως και παράπλευρες απώλειες για το σύστημα.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υπό την απειλή των επιπλέον φόρων εντάσσουν τη συμπληρωματική εργασία στη «μαύρη απασχόληση». Αναγκάζονται να παραοικονομούν, να φοροδιαφεύγουν και να εισφοροδιαφεύγουν για να γλυτώσουν από τον ιδιότυπο συνέταιρο του 39%. Αναγκάζονται δηλαδή μέσα στην ίδια τους τη χώρα να ανταγωνίζονται τους οικονομικούς μετανάστες με τους όρους που έχουν επιβάλλει οι δεύτεροι.
Ο Γιώργος Αλογοσκούφης, διαπιστώνοντας την έκταση της «μαύρης εργασίας» για τη συμπλήρωση του εισοδήματος και βεβαίως τις φορολογικές απώλειες, δεν σκέφθηκε να ελαφρύνει τα φορολογικά βάρη. Αντίθετα, ανακοίνωσε ήδη ότι από το Σεπτέμβριο θα υπάρξουν μέτρα με στόχο κάνουν δεύτερη δουλειά και δεν τη δηλώνουν.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι για τους εργαζομένους δεν ίσχυσε η λογική που επικαλέστηκαν για τη μείωση των συντελεστών φορολόγησης των κάθε είδους επιχειρήσεων. Η μείωση της φορολογίας τους αιτιολογήθηκε ως προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγής μέσω μείωσης των φορολογικών βαρών, που παρεμπίπτοντος δεν απέδωσε ούτε κατ’ ελάχιστον τα αναμενόμενα. Επιχειρηματίες και ελεύθεροι επαγγελματίες συνεχίζουν να «κλέβουν ασύστολα» την εφορία, δηλώνοντας εισόδημα ίσα-ίσα λίγο πάνω από το… αφορολόγητο όριο.
Στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα όσοι δεν φοροδιαφεύγουν παραμένουν κορόιδα!