Αντί για κάποιο ηλιόλουστο ελληνικό νησί αυτές τις Αυγουστιάτικες ημέρες ταξιδεύω και πάλι για τα «ομιχλώδη» Βαλκάνια. Είναι η πολλοστή φορά που επισκέπτομαι τη βαλκανική μας ενδοχώρα τα τελευταία είκοσι χρόνια. Για την ακρίβεια έχω χάσει πλέον το λογαριασμό…

Συνήθως ταξιδεύω μία με δύο φορές το χρόνο και μένω για δύο βδομάδες το λιγότερο – θα πρέπει να έχω μείνει στα Βαλκάνια πάνω από ένα χρόνο συνολικά. Πηγαίνω κυρίως στο Βελιγράδι, όπου συναντώ φίλους μου, καθώς και συγγενείς της γυναίκας μου, που είναι Σερβίδα, κλασική φιλόλογος και συγγραφέας στο επάγγελμα. Μίλιτσα Κοσάνοβιτς τη λένε, για όσους έχει τύχει ποτέ να διαβάσουν κάτι δικό της. Έχουμε γράψει μαζί δύο βιβλία για τα Βαλκάνια, αλλά εδώ και τέσσερα χρόνια η Μίλιτσα έχει μια δική της «μάχιμη» στήλη στο περιοδικό Ζενίθ με τον προκλητικό, για τους εγχώριους Ελληναράδες, τίτλο «Δεν Γεννήθηκα Ελληνίδα», όπου προσπαθεί, με τα καλοπροαίρετα κείμενά της, να ασκήσει επικοιδομητική κριτική στα στραβά της κοινωνίας μιας χώρας που αγαπά ίσως περισσότερο απ’ όσο τη γενέτειρά της…

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το Βελιγράδι «βράζει» και πάλι

Αυτές τις μέρες, με τη σύλληψη του –«εγκληματία» για τους πολλούς ή «ήρωα» για κάποιους– Ράντοβαν Κάραζιτς, το Βελιγράδι «βράζει» και πάλι. Αυτή η πόλη –η «Γκούερνικα των Βαλκανίων», όπως συνηθίζω να την αποκαλώ, καθότι βομβαρδίστηκε τόσες φορές στη διάρκεια του 20ου αιώνα–  δεν λέει με τίποτε να ησυχάσει. Ίσως είναι τα δύο μεγάλα ποτάμια, ο Δούναβης και ο Σάβα, που συναντιούνται εκεί και κυλούν ασταμάτητα, δημιουργώντας μια ανησυχαστική ατμόσφαιρα στην πόλη που δεν αφήνει τους Βελιγραδέζους να τελματωθούν. Δεν ξέρω… Μπορεί να φταίει το γεγονός πως το Βελιγράδι βρίσκεται στο επίκεντρο ενός από τα μεγαλύτερα γεωπολιτικά τεκτονικά ρήγματα που χωρίζουν την Ευρώπη, σε Δύση και Ανατολή, σε Καθολικο-προτεσταντικό κόσμο και σε ορθόδοξο-ισλαμικό κόσμο. Το Βελιγράδι και η Σερβία γενικότερα είναι το κέντρο των Βαλκανίων και γι’ αυτό αποτελεί μια χώρα-γέφυρα στο επίκεντρο μιας ευρύτερης περιοχής-γέφυρας, που παραπαίει εδώ και αιώνες ανάμεσα σε δύο κόσμους.

Μια απλή ματιά στο χάρτη αρκεί για να διαπιστώσει κανείς πως τα Βαλκάνια αποτελούν μια μεγάλη γεωγραφική και πολιτισμική γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Ευρώπης και Ασίας, χριστιανικού και μουσουλμανικού κόσμου, ηπειρωτικής ενδοχώρας και Μεσογείου ή –αν θέλετε– μεταξύ Ορθολογισμού και Μεταφυσικής. Γι’ αυτό και συχνά αμφιταλαντεύονται νευρικά σε μια προσπάθεια να προσδιορίσουν την ταυτότητά τους, να ανακαλύψουν που ακριβώς ανήκουν. Όμως μία γέφυρα δεν ανήκει κάπου συγκεκριμένα. Δεν ανήκει σε καμιά αποκλειστικά πλευρά. Ανήκει μόνο στον εαυτό της, που μοιάζει σαν να αιωρείται ανάμεσα σε δύο κόσμους…

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τα Βαλκάνια είναι μια μεγάλη γέφυρα

Στα Βαλκάνια η γέφυρα είναι σύμβολο ένωσης και χωρισμού ταυτόχρονα. Συμβολίζει –αν μη τι άλλο– την αμφιθυμία των βαλκανικών λαών. Των ανθρώπων που έζησαν μαζί κι αναγκάστηκαν να χωρίσουν λόγω του νεωτερικού εθνικισμού. Είναι σύμβολο της προηγούμενης ιστορικής συνύπαρξης ανθρώπων και λαών, αλλά ταυτόχρονα και σύμβολο του σύγχρονου χωρισμού, των εθνικών συνόρων, που ευτυχώς τελευταία αμβλύνονται μέσα στα πλαίσια της μεγάλης ευρωπαϊκής υπερεθνικής ενοποίησης.

Οι γέφυρες είναι πύλες και σύνορα ταυτόχρονα. Συνδέουν και διαχωρίζουν. Δεν είναι εύκολο να ζεις πάνω σε μια γέφυρα. Είναι ένας τόπος δαρμένος από τους «τρελούς ανέμους» της Ιστορίας και γι’ αυτό το λόγο πολύ επικίνδυνος. Είναι ένας τόπος μονίμως σε μετάβαση. Γι’ αυτό όμως είναι και άκρως ενδιαφέρον τόπος. (Αυτό αφορά ασφαλώς και την Ελλάδα, που είναι μια χώρα-γέφυρα, στις νότιες παρυφές μιας περιοχής-γέφυρας, όπως είναι τα Βαλκάνια…)

Οι γέφυρες και τα σταυροδρόμια θεωρούνται στους μύθους των βαλκανικών λαών στοιχειωμένα και επικίνδυνα μέρη. Στοιχειωμένα από δύστροπους θεούς και δαίμονες, που ζητούν με το παραμικρό θυσίες απ’ τους ανθρώπους.

Είναι μεγάλη τέχνη να μπορείς να ζεις σε μια περιοχή-γέφυρα, όπως είναι η βαλκανική χερσόνησος. Και αυτό είναι που κάνει, κατά τη γνώμη μου, τους βαλκανικούς λαούς, τόσο δυναμικούς, ανθεκτικούς και ευέλικτους συνάμα. Το αρχέτυπο της γέφυρας στοιχειώνει τα Βαλκάνια από την αυγή της Ιστορίας…

Αυτά σκέφτομαι την τελευταία νύκτα πριν εγκαταλείψω για λίγο την Ελλάδα και ταξιδέψω και πάλι στη βαλκανική μας ενδοχώρα. Τα Βαλκάνια είναι μια γέφυρα κι ακόμη περισσότερο το Βελιγράδι είναι μια γέφυρα πάνω σε μια γέφυρα…

Τα Βαλκάνια Αντιστέκονται Ακόμη… Ως πότε;

Όλα αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι σε βάθος με τα Βαλκάνια έχω συνειδητοποιήσει πως η ελληνική διανόηση –ειδικά η αθηναϊκή διανόηση, γιατί στη Θεσσαλονίκη, όπου ζω, οι διανοούμενοι που αντιστέκονται στον εθνολαϊκισμό (που έχει για την ώρα επιβληθεί σ’ αυτή την ιστορικά κοσμοπολίτικη μητρόπολη των Βαλκανίων) μπορεί να είναι λίγοι, αλλά έχουν καταφέρει να ξεφύγουν από το ελλαδοκεντρικό mainstream, καθώς κι από διάφορα «φοβικά σύνδρομα», και αντιλαμβάνονται πιο ρεαλιστικά το σύγχρονο βαλκανικό Γίγνεσθαι– συμπεριφέρεται συχνά λες και η χώρα μας συνορεύει με το Βέλγιο, αγνοώντας επιδεικτικά τα όσα συμβαίνουν δίπλα της και επηρεάζουν άμεσα τις προοπτικές της –γι’ αυτό το λόγο η Βαλκανολογία είναι τόσο υποβαθμισμένη στην Ελλάδα; Υπάρχει μια αδικαιολόγητη και απαράδεκτη άγνοια για τα βαλκανικά ζητήματα, ακόμη και για τους ίδιους τους γείτονες μας, τους λαούς των Βαλκανίων με τους οποίους μας συνδέουν τόσα πολλά: Μας συνδέουν τα ισχυρά κατάλοιπα του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, το βυζαντινό και ορθόδοξο πνευματικό υπόβαθρο και τέλος η κοινή –δυσάρεστη μεν, αλλά «συγκολλητική» δε– εμπειρία της μακραίωνης οθωμανικής κατοχής, που σφυρηλάτησαν μια κοινή βαλκανική ταυτότητα η οποία άντεξε στο χρόνο. Αυτή η κοινή βαλκανική ταυτότητα διατηρήθηκε και κατά την περίοδο της «παρένθεσης» του κομμουνιστικού μπλοκ και –ελπίζω– να διατηρηθεί και στο μέλλον, προσπερνώντας το σκόπελο του Δυτικού υπερκαταναλωτικού τρόπου ζωής…

Τα Βαλκάνια δεν είναι μια «Τριτοκοσμική γωνιά» της Ευρώπης, όπως κάποιοι προκατειλημμένοι Δυτικοί θέλουν να αντιλαμβάνονται. Αντίθετα είναι οργανικό κομμάτι του ευρωπαϊκού Γίγνεσθαι. Μια περιοχή που διατηρεί την ιδιαίτερη ταυτότητά της χωρίς ακόμη να έχει «εκφυλιστεί» ολοκληρωτικά από τον «κακώς εννοούμενο» Δυτικό εκσυγχρονισμό. Γιατί είναι άλλο πράγμα η Δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, που πρέπει όλοι να σεβόμαστε και να επιζητούμε –απαλλαγμένοι από «ετεροφοβίες» και «μειονοτοφοβίες»–, και άλλο η αλλοτρίωση και ο υπερκαταναλωτισμός.

Τα Βαλκάνια συνεχίζουν να αντιστέκονται. Ως πότε ακόμη; Πραγματικά δεν ξέρω, αλλά μόλις επιστρέψω και πάλι απ’ το Βελιγράδι, νομίζω πως θα σας ενημερώσω καλύτερα. Δεν έχω ωστόσο ψευδαισθήσεις διότι και το Βελιγράδι παρατηρώ πως έχει εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια σε λαμπρό πεδίο δράσης του Τουρμποκαπιταλισμού –για παράδειγμα δραστηριοποιείται εκεί διπλάσιος αριθμός διεθνών τραπεζών απ’ ότι στην Ελλάδα, κι έχω ήδη Σέρβους φίλους μου με περισσότερες πιστωτικές κάρτες από ‘μένα… Παρ’ όλα αυτά ελπίζω πως κάποια «αντιστασιακή φλόγα» θα συνεχίσει εκεί να είναι αναμμένη, έτσι απλά για να ελπίζουμε πως τα Βαλκάνια μπορεί να έχουν συντριβεί αλλά όχι ακόμη ηττηθεί…

 

Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και εκδότης-διευθυντής του περιοδικού ΖΕΝΙΘ.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης