Νέες επώδυνες παρεμβάσεις σε Ασφαλιστικό, αφορολόγητο, «κόκκινα» δάνεια είναι μερικοί μόνο από τους «απαγορευτικούς» όρους που βάζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προκειμένου να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα.
Μνήμες από τις διαπραγματεύσεις του 2015 επαναφέρει εμπιστευτική έκθεση του ΔΝΤ, η οποία ζητεί περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, υψηλότερους φόρους και νέες περικοπές συντάξεωνΑυτό προκύπτει από εμπιστευτική έκθεση του Ταμείου που βασικό σκοπό έχει να αξιολογήσει το δεύτερο πρόγραμμα στην Ελλάδα (2012-2016), την οποία φέρνει στη δημοσιότητα η «Καθημερινή της Κυριακής».
Με το κείμενο των 38 σελίδων, το οποίο έχει ημερομηνία 24 Ιανουαρίου 2017 και περιήλθε εις γνώσιν των ευρωπαϊκών θεσμών στις Βρυξέλλες, στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης μπαίνει ευρύτερη ατζέντα μεταρρυθμίσεων από την πλευρά του ΔΝΤ. Πέρα δηλαδή από το ασφαλιστικό και το αφορολόγητο, το Ταμείο ζητεί πολύ περισσότερες μεταρρυθμίσεις (στον τραπεζικό τομέα, στις αγορές, στα εργασιακά κ.λ.π), οι οποίες φέρνουν σε ακόμη πιο δύσκολη θέση την Αθήνα σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία για το κλείσιμο της β΄αξιολόγησης.
Ειδικότερα, η έκθεση τονίζει ότι η χώρα χρειάζεται περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων, στο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, στη διευκόλυνση των επενδύσεων, των ιδιωτικοποιήσεων και των ομαδικών απολύσεων. Και πάλι όμως υποστηρίζει ότι το χρέος δεν θα είναι βιώσιμο. Για αυτό τον λόγο, το ΔΝΤ επιμένει ότι χρειάζεται ρεαλιστικούς στόχους πλεονασμάτων, μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και σημαντική ελάφρυνση χρέους από τους Ευρωπαίους.
Το Ταμείο μάλιστα, όπως αναφέρει η ίδια πηγή, θεωρεί ως μεγαλύτερο κίνδυνο τη μεταρρυθμιστική κόπωση, καθώς η ανεργία παραμένει υψηλή και η ανάκαμψη δεν έχει εδραιωθεί. Σε μια τέτοια περίπτωση η άρνηση μεταρρυθμίσεων θα προκαλούσε νέες πιέσεις ρευστότητας στις τράπεζες και θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια χρεοκοπία και/ή έξοδο από το ευρώ.
Σημαντικός, επίσης, κίνδυνος θεωρείται από το Ταμείο η αδύναμη ανάκαμψη της εσωτερικής ζήτησης λόγω του υψηλού χρέους και των επιπτώσεων της δημοσιονομικής προσαρμογής που βασίστηκε στην πλευρά των εσόδων. Η αδύναμη εσωτερική ζήτηση υπονομεύει την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων περιπλέκοντας την ελάφρυνση του χρέους.
Το πλέον άσχημο σενάριο, σύμφωνα με την έκθεση είναι η ακόμα περισσότερη υποβάθμιση του επιπέδου ζωής στο 55% με τάσεις περαιτέρω απόκλισης υποδηλώνοντας μια «μη διατηρήσιμη κατάσταση».
Το κείμενο θα παρουσιαστεί μαζί με την Έκθεση που θα περιέχει την ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους στο Δ.Σ. του Ταμείου που θα συνεδριάσει στις 6 Φεβρουαρίου.
Στην ατζέντα που θα τεθεί στην συνεδρίαση περιλαμβάνονται τα εξής σημεία:
– Οι δεσμεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη βιωσιμότητά του χρειάζεται να μπουν από την αρχή του προγράμματος και πρέπει να βασίζονται σε ένα ρεαλιστικό μεσοπρόθεσμο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα.
– Για την οικονομική ανάκαμψη προτεραιότητα πρέπει να έχουν οι μεταρρυθμίσεις στον τραπεζικό τομέα, καθώς η καθυστέρηση αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων της δημιουργίας του θεσμικού πλαισίου για τις πτωχεύσεις και τον ορισμό των διοικήσεων των τραπεζών έχει επίπτωση στην ανάκαμψη.
– Όταν η πολιτική βάση για τις μεταρρυθμίσεις είναι εύθραυστη και δεν υπάρχει ισχυρή κυριότητα του προγράμματος οι προσδοκίες αλλά και η σχεδίαση του πρέπει να είναι πιο συντηρητικές από την αρχή. Το προσωπικό του ΔΝΤ πρέπει να αντιτάσσεται σε πιέσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους για πιο θετικές προβλέψεις.
– Για να προχωρήσει η ελληνική οικονομία χρειάζεται διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ισχυρή εφαρμογή της φορολογικής συμμόρφωσης.
– Η Ελλάδα πρέπει να επανεκκινήσει τις στάσιμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αφορούν στις αγορές προϊόντων, υπηρεσιών, στα εργασιακά και στα κλειστά επαγγέλματα ώστε να παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης.
– Βάρος στην κοινωνική δικαιοσύνη. Η έκθεση υποστηρίζει ότι το πρόγραμμα δεν ήταν κοινωνικά δίκαιο εγείροντας ανησυχίες για την πολιτική βιωσιμότητα των μέτρων που πάρθηκαν.
– Συγκεκριμένη διαδικασία συνεργασίας του Ταμείου με νομισματικές ενώσεις.
Ο καθησυχαστικός ESM
Απαντώντας στις… ανησυχίες του Ταμείου, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) είπε ότι δεν βλέπει «κανένα λόγο ανησυχίας» για το ελληνικό χρέος, σύμφωνα με όσα ανέφερε εκπρόσωπός του στο Γαλλικό Πρακτορείο.
«Δεν βλέπουμε κανένα λόγο για μια ανησυχητική αποτίμηση της κατάστασης του ελληνικού χρέους» δήλωσε εκπρόσωπος του ESM. «Το χρέος της Ελλάδας είναι διαχειρίσιμο, αν οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί εφαρμοστούν πλήρως».
Ο ESM αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε άμεσο σχόλιο για την έκθεση του ΔΝΤ, αλλά υπενθυμίζει πως έχει ήδη δώσει στην Ελλάδα δάνεια «εξαιρετικά ευνοϊκά μακροπρόθεσμα» και ότι, επίσης, μόλις έχει πάρει βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους της.
«Η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι συμφώνησαν για μια φιλόδοξη δημοσιονομική τροχιά στη διάρκεια του προγράμματος, που είναι αξιόπιστη» υπογραμμίζει.
Η Ευρώπη έχει, εξάλλου, «σαφώς δεσμευθεί να υποστηρίξει την Ελλάδα με μια επιπλέον ελάφρυνση του χρέους», αν χρειαστεί μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018, υπό την προϋπόθεση ότι η Αθήνα θα έχει υιοθετήσει όλες τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις.
Ο ESM σημειώνει τέλος πως τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του της Ελλάδας το 2016 «ήταν καλύτερα απ’ ό,τι αναμενόταν».