Άτομα που αδυνατούν να ξεχωρίσουν τα καταθλιπτικά συμπτώματα και να τα ελέγξουν έχουν μεγάλες πιθανότητες να οδηγηθούν σε διαταραχές πρόσληψης τροφής.
Ιδιαίτερα όταν αυτό συνδυάζεται με έντονη δυσαρέσκεια απέναντι στην εικόνα του σώματος, τότε, όπως επισημαίνει ο διαιτολόγος- διατροφολόγος, Ευάγγελος Ζουμπανέας, το επόμενο βήμα είναι η εμφάνιση είτε της νευρικής βουλιμίας είτε της νευρικής ανορεξίας. Επίσης, πολλοί άνθρωποι αδυνατούν να ξεχωρίσουν τη διαφορά ανάμεσα στο να είναι φοβισμένοι, θυμωμένοι και πεινασμένοι κι έτσι καταλήγουν να τρώνε υπερβολικά κάθε φορά που είναι στρεσαρισμένοι ή στενοχωρημένοι.
Όταν αυτή η συνήθεια, να ηρεμούν δηλαδή τον εαυτό τους τρώγοντας, έπειτα από μια συναισθηματική καταιγίδα, έρθει σε αντιπαράθεση με το άγχος να παραμείνουν λεπτοί, τότε η διατροφική διαταραχή έχει ήδη μπει στο παιχνίδι. Πρώτα μπορεί κάποιος να τρώει μετά μανίας, στη συνέχεια όμως, για να παραμείνει αδύνατος, μπορεί να κάνει εμετούς, να αρχίσει να παίρνει καθαρτικά ή μπορεί να πάψει να τρώει εντελώς.
Για να απαλλαγεί κανείς από αυτές τις καταστροφικές συνήθειες, δεν αρκεί απλώς να βρεθεί κάποιος να του μιλήσει με τη φωνή της λογικής και να του πει ότι πρέπει να σταματήσει γιατί βλάπτει τον εαυτό του. Από τη στιγμή που το άτομο έχει «μπει» ήδη μέσα στη διατροφική διαταραχή, η ουσιαστική λύση θα έρθει μόνο αφού πρώτα μάθει να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, αφού πρώτα μάθει να ηρεμεί τον εαυτό του και με απαραίτητη την προϋπόθεση ότι καταφέρνει να διαχειρίζεται καλύτερα τις σχέσεις του με τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν, είτε αυτοί είναι τα μέλη της οικογένειάς του είτε άλλες στενές κοντινές σχέσεις με διαρκή και καθημερινή αλληλεπίδραση.
Αν όμως τα άτομα αυτά, πριν μπουν στη διατροφική διαταραχή, είχαν μάθει από την παιδική ηλικία να εκφράζουν ανοιχτά και να αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους, αν είχαν μάθει δηλαδή να λένε ξεκάθαρα «πεινάω», «βαριέμαι», «στενοχωριέμαι», «φοβάμαι», «θύμωσα», εννοείται πως δεν θα είχαν κανενός είδους πρόβλημα όχι μόνο με διατροφικές διαταραχές αλλά και με πολλά άλλα.
Κατά τον ίδιο τρόπο, θα πρέπει και εμείς οι μεγαλύτεροι, όταν μιλάμε στα παιδιά μας ή συναναστρεφόμαστε με άλλους ανθρώπους, να εκφράζουμε ανοιχτά τα συναισθήματά μας: «τώρα εγώ είμαι θυμωμένος γι’ αυτό που έκανες», «είμαι λυπημένος αυτή τη στιγμή», «είμαι χαρούμενος», «είμαι περήφανος για σένα», «είσαι πολύ όμορφη» και, γιατί όχι, κάθε φορά πριν πέσουμε για ύπνο να λέμε στους ανθρώπους μας και ένα «σε αγαπώ πάρα πολύ».
Αν δεν εκφράσεις τα συναισθήματά σου, πώς θα καταφέρεις να τα αναγνωρίσεις; Εξάλλου «ό,τι δεν λεκτικοποιείται… σωματοποιείται».
Πηγή: diatrofi.gr
Επιμέλεια: Δήμητρα Μπιλάλη