Άκαρπη απέβη η πολύωρη συνεδρίαση του EuroWorking Group για την Ελλάδα, με αποτέλεσμα η επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων και την αξιολόγηση να είναι στον «αέρα».
Η Κομισιόν μπορεί να ζητήσει από την Κριστίν Λαγκάρντ να παρέμβει για να δώσει λύση στο αδιέξοδο των διαπραγματεύσεωνΣύμφωνα με πληροφορίες, διαπιστώθηκε χάσμα ανάμεσα στις εκτιμήσεις Ευρωπαίων και Ελλάδας από τη μια πλευρά, και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από την άλλη, το οποίο είναι δύσκολο να γεφυρωθεί στην παρούσα φάση. Η εξέλιξη αυτή καθιστά δύσκολη και την πορεία των διαβουλεύσεων για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
«Παραμένουν μεγάλες οι διαφορές των υπολοίπων πλευρών με το ΔΝΤ» ανέφερε χαρακτηριστικά παράγοντας των Βρυξελλών το βράδυ της Δευτέρας. Όλα δείχνουν πλέον ότι η επιστροφή των θεσμών θα κριθεί σε διαβουλεύσεις «σε υψηλότερο επίπεδο», πιθανώς στο Eurogroup της 7ης Μαρτίου.
Κατά πληροφορίες, η Ε.Ε. μπορεί να ζητήσει από την Κριστίν Λαγκάρντ να παρέμβει για να δώσει λύση στο αδιέξοδο. Στη συνεδρίαση του EWG υπήρξε τηλεφωνική παρέμβαση του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του Ταμείου Πολ Τόμσεν.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, στη διάρκεια της συνεδρίασης ασκήθηκε πίεση στο ΔΝΤ από τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης που ζήτησαν να μάθουν για ποιο λόγο λειτουργεί εκτός του προγράμματος του Αυγούστου. Παράλληλα, οι ΥΠΟΙΚ ρώτησαν γιατί ενώ τον Αύγουστο το Ταμείο μιλούσε για προσαρμογή 1% του ΑΕΠ, τώρα ζητεί (στο άρθρο Τόμσεν) 4%, όταν μάλιστα τα οικονομικά στοιχεία είναι καλύτερα. Η κα Βελκουλέσκου φέρεται να μην απάντησε στα δύο ερωτήματα.
Επίσης, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ασκήθηκε κριτική στο ΔΝΤ για το αν έχει αναλογιστεί τι θα συμβεί αν δεν υπάρξει πρόγραμμα με τη στάση που κρατάει. Ούτε σε αυτό απάντησε η κα Βελκουλέσκου, αναφέρουν από την πλευρά του Υπουργείου Οικονομικών.
Την ίδια ώρα, κυβερνητικές πηγές έλεγαν ότι «τo EWG δεν έχει καμία αρμοδιότητα να παρέμβει υπέρ του ΔΝΤ ή των θεσμών ή της Ελλάδας κ.λπ. Δεν περίμενε κανείς να παίξει ρόλο για την επιστροφή ή όχι των θεσμών».
Το ΔΝΤ εκτιμά ότι το 2015 έκλεισε για την Ελλάδα με πρωτογενές έλλειμμα 0,6% και ύφεση 2%. «Οι εκτιμήσεις αυτές είναι εντελώς αυθαίρετες και υποκρύπτουν σκοπιμότητα» αντιτείνει διακεκριμένος κυβερνητικός παράγοντας και προσθέτει ότι η Αθήνα θα προσπαθήσει να πιέσει το Ταμείο να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις του. Ο ίδιος επισημαίνει ότι κυβέρνηση και Κομισιόν συμφωνούν για την επίτευξη πλεονάσματος 0,2% το 2015 με οριακή ύφεση.
«Ισχύουν οι όροι του προγράμματος»
Το βασικό σενάριο για Αθήνα και Βρυξέλλες είναι η αξιολόγηση να κλείσει πριν από το Πάσχα των καθολικών, δηλαδή πριν από τα τέλη Μαρτίου, ώστε να μπορέσει να απενεργοποιηθεί μια σημαντική εστία αβεβαιότητας για την ελληνική οικονομία, την ώρα που η προσφυγική κρίση μαίνεται.
Η φόρμουλα, ωστόσο, που θα καταστήσει δυνατό τον συμβιβασμό δίνει διαστάσεις «θρίλερ» στη διαπραγμάτευση, καθώς, όπως παραδέχονται και κυβερνητικές πηγές, το Βερολίνο είναι εκείνο που επιμένει ιδιαίτερα στη συμμετοχή του Ταμείου.
Τη Δευτέρα ο εκπρόσωπος του γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών Μ. Γιέγκερ, τασσόμενος υπέρ του διαχωρισμού των πολιτικών μέτρων διαχείρισης του προσφυγικού από τη διαδικασία αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, σε ό,τι αφορά στην προοπτική συμμετοχής του ΔΝΤ στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα και απαντώντας σε ερώτηση σχετικώς με το αν η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να επηρεάσει το Ταμείο ώστε να αμβλύνει τις απαιτήσεις του, τόνισε ότι το ΔΝΤ είναι ανεξάρτητο στην άσκηση των καθηκόντων του.
«Δεν γίνονται αποδεκτές οι όποιες συμβουλές ή προτάσεις από έξω. Ακριβώς αυτό είναι και η δύναμη του ΔΝΤ και νομίζω ότι σε αυτήν τη βάση εργάστηκε κατά το παρελθόν στην Ελλάδα και το ίδιο θα κάνει και στο μέλλον» δήλωσε και εξέφρασε την πεποίθηση ότι το Ταμείο θα είναι στο μέλλον στο πρόγραμμα.
Σχετικά με τη διαδικασία της αξιολόγησης, υπογράμμισε πως η γερμανική κυβέρνηση αντιμετωπίζει εποικοδομητικά το ζήτημα, αλλά είναι τώρα πρώτο θέμα της ελληνικής πλευράς να εκφράσει συγκεκριμένες σκέψεις. Πάντως, αν και έκανε λόγο για «κάποιες καθυστερήσεις» εκ μέρους της Αθήνας, τόνισε ότι «η Ελλάδα προσπαθεί για την εφαρμογή αυτού του προγράμματος και αυτό το αναγνωρίζουμε ρητά». Δεν είναι εύκολη υπόθεση για την ελληνική κυβέρνηση, σημείωσε, και αναγνώρισε ότι «σε καμία χώρα του κόσμου δεν θα γινόταν χωρίς τριβές και αντίσταση η προσπάθεια για μια μεταρρύθμιση συνταξιοδοτικού».
Παρ’ όλα αυτά, ισχύουν οι όροι του προγράμματος, διευκρίνισε και συνέχισε: «Θα παρακολουθούμε ώστε αυτοί οι όροι να εφαρμοστούν. Σε αυτό το πρόγραμμα υπάρχει ήδη σήμερα μια ευελιξία και αυτό σημαίνει ότι αυτό που στο τέλος είναι σημαντικό είναι η βιωσιμότητα και η σταθερότητα της ελληνικής δημοσιονομικής πολιτικής. Εάν καταλήξουμε εδώ σε λογικές λύσεις, οι οποίες θα έχουν μετά και διάρκεια, τότε αυτό δεν θα αποτύχει – σίγουρα όχι εξαιτίας μας. Αντιθέτως, θα προσπαθήσουμε να προωθήσουμε τέτοιες λύσεις εκεί όπου μπορεί να υπάρξουν». Επισήμανε, δε, ότι η αξιολόγηση σε αυτά τα ζητήματα είναι αρμοδιότητα της τρόικας «και εκεί το θέμα θα είναι ιδιαίτερα το τι έχει να συνεισφέρει το ΔΝΤ».
Βερολίνο: Άλλο το προσφυγικό, άλλο η οικονομική κρίση
Τον διαχωρισμό της προσφυγικής από την οικονομική κρίση ζητεί το Βερολίνο. Αν και διαβεβαιώνει για την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη προς την Ελλάδα, η γερμανική κυβέρνηση επιμένει στην ανάγκη τήρησης των συμφωνηθέντων, τονίζοντας ωστόσο ότι η Αθήνα θα έχει τη στήριξη των εταίρων προκειμένου να αντιμετωπίσει την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη χώρα, αλλά και ότι το Βερολίνο θα προωθήσει λογικές λύσεις με διάρκεια, με στόχο τη βιωσιμότητα και τη σταθερότητα της ελληνικής δημοσιονομικής πολιτικής. Εκφράζει, δε, την πεποίθηση ότι τελικά το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο τρίτο πρόγραμμα στήριξης, επισημαίνοντας πάντως πως πρόκειται για ανεξάρτητο οργανισμό.
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στ. Ζάιμπερτ, είναι συνετό να χειριζόμαστε ξεχωριστά την προσφυγική και την οικονομική κρίση. «Αυτό που τα συνδέει είναι ότι αφορούν στην ίδια χώρα, την Ελλάδα, η οποία πρέπει να τα αντιμετωπίσει. Και με το βλέμμα προς το μεταναστευτικό, είναι σαφές ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση και ότι μπορεί να περιμένει συνολική ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Αυτό σίγουρα θα απασχολήσει τη Σύνοδο στις 7 Μαρτίου» πρόσθεσε.
Διαβάστε επίσης: