Μοιάζει με την βελόνα του πικάπ που «κολλάει» στον χιλιοπαιγμένο δίσκο: η χώρα μας δεν διευκολύνει τις επενδύσεις. Ο Σεφέρης με μία φράση, «όπου κι αν γυρίσω η Ελλάδα με πληγώνει», είχε περιγράψει την σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Μια δήλωση που πολλοί επαναλαμβάνουν όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια και δη από τον επιχειρηματικό χώρο. Σε αυτό το μήκος κύματος και ο Θανάσης Γκλίνος, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Chiquita Ελλάς, ο άνθρωπος που το 2006 έπεισε την μητρική να ιδρυθεί στη χώρα μας ξεχωριστή εταιρεία, θυγατρική του ομίλου Chiquita Brands Ιnternational.
Στη συνάντηση που είχε με τους δημοσιογράφους είχε πολλά να πει για την. αδιαφορία των κυβερνόντων για τις επενδύσεις, εγχώριες και ξένες. «Αγαπάμε αυτή τη χώρα, θέλουμε να βρισκόμαστε επιχειρηματικά εδώ, αλλά οι συνθήκες δεν ευνοούν. Οι κυβερνήσεις γενικότερα είναι έως και αδιάφορες για τις επενδύσεις στην εγχώρια αγορά». Γραφειοκρατία, έλλειψη διαφάνειας, θεσμικό πλαίσιο που δεν είναι ξεκάθαρο, μερικές από τις εγγενείς αδυναμίες του ελληνικού συστήματος…
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα έφερε την αξιοποίηση των λιμένων της χώρας, όχι μόνο των μεγάλων αλλά και των περιφερειακών. «Υπάρχουν επιχειρηματίες που θέλουν να επενδύσουν στα λιμάνια μας και δεν μπορούν», ανέφερε χαρακτηριστικά. Η Chiquita Ελλάς χρησιμοποιεί το Αίγιο για τις εκφορτώσεις των φρούτων της, όπου πολλές βελτιώσεις θα μπορούσαν να γίνουν στις υποδομές και την λειτουργικότητα του λιμανιού. Ο κ. Γκλίνος διαπιστώνει και πολλές στρεβλώσεις στην ελληνική αγορά, ιδιαίτερα στο κομμάτι της τιμολόγησης των προϊόντων και στο κόστος που καλείται να πληρώσει ο καταναλωτής στη λιανική. «Έχουμε μειώσει το κόστος του κιβωτίου μπανάνας από τα 18 ευρώ στα 13 ευρώ, όμως αυτή η μείωση δεν έχει περάσει στον τελικό καταναλωτή».
Όπως ανέφερε σχετικά, η εταιρεία του έχει απολέσει περί τα 2,5 εκατ. ευρώ από τις αρχές του χρόνου λόγω των μειώσεων τιμών, που δεν έφτασαν στις τιμές λιανικής των καταστημάτων τροφίμων. Μάλιστα, εάν συνεχίσει έτσι, εκτίμησε ότι το 2010 θα κλείσει με ζημίες για την εταιρεία. «Εμείς πουλάμε χονδρική τις μπανάνες στο εμπόριο 0,80 ευρώ το κιλό. Ο κόσμος τις αγοράζει περί το 1,30 ευρώ. Κανονικά θα έπρεπε να πληρώνει 1,10 ευρώ/ κιλό», υπογράμμισε σχετικά. Επιπλέον, με βάση τις εκτιμήσεις του, το 10% της διακίνησης μπανάνας στη χώρα μας είναι παράνομο. Ωστόσο, είναι απόφαση της διοίκησης να μην περάσει η αύξηση του ΦΠΑ στους καταναλωτές, αλλά να απορροφηθεί από την εταιρεία, με όποιο κόστος την επιβαρύνει, αφού για την εταιρεία του «η ελληνική αγορά και ο Έλληνας καταναλωτής είναι η προτεραιότητα». Μόνιμος κάτοικος Ιταλίας ο ίδιος, έβαλε το στοίχημα ότι μια ελληνική εταιρεία μπορεί να διακριθεί μέσα σε έναν πολυεθνικό όμιλο. Μέχρι στιγμής τα αποτελέσματα της Chiquita Ελλάς τον έχουν δικαιώσει. Με μερίδιο αγοράς περί το 45%-46%, κατέχει ηγετική θέση στην ελληνική αγορά εμπορίου μπανάνας, η οποία εκτιμάται ετησίως στα 7-10 εκατ. κιβώτια.
Το 2009 όπως ανέφερε ο κ. Γκλίνος η κατανάλωση δεν υποχώρησε, με αποτέλεσμα η εταιρεία του να πραγματοποιήσει τζίρο της τάξης των 43 εκατ. ευρώ και κέρδη 1,5 εκατ. ευρώ. Τα αντίστοιχα μεγέθη το 2006, πρώτη χρονιά παρουσίας της Chiquita Ελλάς ήταν πωλήσεις 34 εκατ. και κέρδη 700.000 ευρώ. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση μπανάνας στην Ελλάδα είναι περίπου 8,5 κιλά, σχεδόν 3-3,5 κιλά λιγότερα από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Η Chiquita Ελλάς είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του ομίλου και τις εισαγωγές μπανάνας σε ολόκληρη την περιοχής της νοτιοανατολικής Μεσογείου και Μαύρης Θάλασσας και συνολικά για 20 χώρες. Μεταξύ αυτών, εκτός από τις χώρες των Βαλκανίων, είναι η Τουρκία, η Ουκρανία, η Ρωσία, η Τυνησία, η Συρία και Λιβύη. Στόχος της ελληνικής θυγατρικής της Chiquita είναι η περαιτέρω ανάπτυξη των δραστηριοτήτων στις χώρες όπου εξάγει μπανάνες, όπου και εκτιμά ότι υα περιθώρια είναι ιδιαίτερα σημαντικά.
Στα σχέδια της διοίκησης, μετά τα φρουτοποτά τύπου smoothies, είναι η είσοδός της και στην ελληνική αγορά των φυσικών χυμών. Στο πλαίσιο αυτό σχεδιάζεται το λανσάρισμα 4 κωδικών φυσικών χυμών και ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις με εταιρεία διανομής. Οι μπανάνες Chiquita έχουν παρουσία στην ελληνική αγορά από τη δεκαετία του ΄70, εισαγόμενες από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Από το 1990 και μέχρι την ίδρυση της ελληνικής θυγατρικής, η εισαγωγή των προϊόντων γινόταν από την Chiquita International, μέσω της εταιρείας παροχής υπηρεσιών Alpha Fruit Hellas SA.