Ανησυχία για την κατάσταση που επικρατεί στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης στα νησιά του Αιγαίου εκφράζει το Συμβούλιο της Ευρώπης με έκθεση της Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων (CPT), που δημοσιεύεται σήμερα. Την ίδια ώρα, η Επιτροπή είναι ιδιαίτερα επικριτική για τη συνεχιζόμενη κράτηση των ασυνόδευτων παιδιών, ενώ απευθύνει συστάσεις και για τις συνθήκες κράτησης των ενήλικων μεταναστών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Από τη μεριά τους, τόσο οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής όσο και το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη απαντούν ότι λειτουργούν με γνώμονα τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και τονίζουν ότι οι διαδικασίες που ακολουθούνται είναι εναρμονισμένες με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας.
Η αντιπροσωπεία της CPT πραγματοποίησε επισκέψεις στην Ελλάδα τον Απρίλιο και τον Ιούλιο 2016, προκειμένου να εξετάσει τις συνθήκες παραμονής προσφύγων και μεταναστών στα hot-spots στα νησιά, μετά την εφαρμογή της Συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας, όπως και την κατάσταση κράτησης των αλλοδαπών παιδιών και των ενηλίκων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Κατά τη διάρκεια των επισκέψεων στη Μόρια της Λέσβου και τη ΒΙΑΛ της Χίου, η Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης διαπίστωσε υπερπληθυσμό στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε συνδυασμό με υψηλά επίπεδα βίας μεταξύ των διαμενόντων, ανεπαρκή παροχή βασικής υγειονομικής περίθαλψης, προβλήματα στην ποιότητα του πόσιμου νερού και του φαγητού, ανεπαρκή βοήθεια σε ευάλωτες ομάδες και ανεπαρκή νομική υποστήριξη, στοιχεία που έχουν δημιουργήσει εξαιρετικά εκρηκτική κατάσταση. Τα μέλη της Επιτροπής έλαβαν, επίσης, μεμονωμένες καταγγελίες από ασυνόδευτα παιδιά στη Μόρια για κακομεταχείριση και βία από αστυνομικούς.
Παράλληλα, η έκθεση αναφέρεται στη «συνεχιζόμενη και τακτική» κράτηση εκατοντάδων ασυνόδευτων παιδιών για μεγάλες περιόδους σε κακές συνθήκες διαβίωσης και με ανεπαρκή φροντίδα. Παρόλο που αναγνωρίζει τις προσπάθειες των ελληνικών Αρχών να βρουν πρόσθετα καταλύματα, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα πρέπει να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους όσον αφορά στην «προστατευτική κράτηση» των ασυνόδευτων παιδιών και να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για τον τερματισμό της. Δριμεία κριτική ασκεί η Επιτροπή στις κακές συνθήκες που προσφέρονται στα ασυνόδευτα παιδιά στις ειδικές εγκαταστάσεις στην Αμυγδαλέζα και την Πέτρου Ράλλη.
«Η τοποθέτηση των ασυνόδευτων παιδιών, πολλά από τα οποία έχουν βιώσει τραυματικά ταξίδια και εμπειρίες, σε αυτές τις εγκαταστάσεις κράτησης για πολλές εβδομάδες ή μήνες είναι δύσκολο να κατανοηθεί» αναφέρεται χαρακτηριστικά. Η CPT συστήνει στις Αρχές να σταματήσουν άμεσα να χρησιμοποιούν την Πέτρου Ράλλη για ασυνόδευτα και σημειώνει ότι και η Αμυγδαλέζα δεν θα πρέπει πλέον να χρησιμοποιείται για την κράτησή τους. Επίσης, ζητεί να τερματιστεί η κράτηση γονέων με παιδιά σε αστυνομικά τμήματα.
Σχετικά με τους ενήλικες η CPT αναφέρει ότι έλαβε αξιόπιστες καταγγελίες περί σωματικής κακομεταχείρισης αλλοδαπών από τους αστυνομικούς στους ειδικούς χώρους κράτησης στη Θεσσαλονίκη και στην Πέτρου Ράλλη. Ζητεί να ληφθούν αυστηρά μέτρα για την αντιμετώπιση των πράξεων κακομεταχείρισης.
Στην ίδια έκθεση η CPT εκφράζει την απογοήτευσή της για τις εντελώς ανεπαρκείς συνθήκες κράτησης και στα περισσότερα αστυνομικά τμήματα που επισκέφθηκε, ενώ παρομοιάζει τις συνθήκες διαβίωσης στο αστυνομικό τμήμα της Δραπετσώνας με «μπουντρούμι», συνθήκες «που μπορούν να θεωρηθούν ως απάνθρωπες και εξευτελιστικές και να παρουσιάσουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία».
Καταγγελίες έλαβε η CPT και για σωματική κακομεταχείριση των ύποπτων για εγκληματικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων και των ανηλίκων. Επισημαίνει, δε, ότι απαιτείται αποφασιστική δράση «για την αντιμετώπιση του ευρέως διαδεδομένου και βαθιά ριζωμένου προβλήματος της κακομεταχείρισης από την αστυνομία και για την προώθηση μιας θεμελιωδώς διαφορετικής προσέγγισης στις μεθόδους της αστυνομικής έρευνας».
Αυτό απαιτεί, συνεχίζει, αυστηρές διαδικασίες πρόσληψης, βελτιωμένη επαγγελματική κατάρτιση και εισαγωγή ηλεκτρονικής καταγραφής των αστυνομικών συνεντεύξεων. Για τους κρατουμένους ζητεί να έχουν πρόσβαση σε δικηγόρο και σε γιατρό, ενώ οι πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους να παρέχονται σε γλώσσα που κατανοούν.
Η απάντηση των ελληνικών Αρχών
Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής απέστειλε απάντηση στο Συμβούλιο της Ευρώπης τον Μάρτιο 2017, όπου αναφέρει ότι οι διαδικασίες υποδοχής ακολουθούνται με γνώμονα τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και είναι εναρμονισμένες με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας.
Σημειώνει ότι το προσωπικό καλείται να χειριστεί δύσκολες και ευαίσθητες υποθέσεις, σωματεμπορίας, βασανισμών και κάθε είδους ανθρώπινης εκμετάλλευσης, ενώ υπογραμμίζει ότι έχει την ευθύνη εντοπισμού των ευάλωτων και να διασφαλίσει ότι ακολουθείται η κατάλληλη διαδικασία για αυτούς. Για τον υπερπληθυσμό των hot-spots επισημαίνει ότι έχουν γίνει συντονισμένες προσπάθειες όλων των εμπλεκομένων να μετριάσουν το φαινόμενο, μεταξύ άλλων με τη μεταφορά από τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης των ευάλωτων περιπτώσεων.
Η Υπηρεσία Ασύλου από τη μεριά της διευκρινίζει ότι στα hot-spots κατά την περίοδο από 30 Μαρτίου 2016 μέχρι 31 Ιανουαρίου 2017 ο μέσος χρόνος για την έκδοση πρωτοβάθμιων αποφάσεων είναι 42 ημερολογιακές ημέρες. Η Υπηρεσία παρέχει στους αιτούντες ένα φυλλάδιο σε 19 γλώσσες με όλες τις κύριες πληροφορίες για τη διαδικασία που ακολουθείται, ενώ όσοι βρίσκονται σε κέντρα κράτησης λαμβάνουν πληροφορίες στην κατεύθυνση του δικαιώματος που έχουν να ζητήσουν διεθνή προστασία. Επίσης, αναφέρεται ότι νομική βοήθεια δίνεται δωρεάν στους αιτούντες που προσφεύγουν κατά της απόφασης σε δεύτερο βαθμό.
Σε δύο απαντήσεις που απέστειλε στο τέλος Δεκεμβρίου 2016 και τον Απρίλιο 2017 ο Κλάδος Αλλοδαπών και Προστασίας των Συνόρων της Ελληνικής Αστυνομίας αναφέρει ότι οι ασυνόδευτοι ανήλικοι μεταφέρονται σε ειδικές εγκαταστάσεις στην Αμυγδαλέζα ως έσχατη λύση και εκεί φιλοξενούνται μέχρι να ολοκληρωθούν οι σχετικές διαδικασίες σε ειδικό χώρο στέγασης για ασυνόδευτους. Οι εγκαταστάσεις στην Αμυγδαλέζα εξυπηρετούν τις βασικές ανάγκες τους, αν και γίνεται συνεχώς προσπάθεια για τη βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών και των δραστηριοτήτων που οργανώνονται για τα παιδιά, καθώς και για την απασχόληση ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών για την ψυχοκοινωνική τους υποστήριξη, καθώς και διερμηνέων για διευκόλυνση της επικοινωνίας τους με τις ελληνικές Αρχές.
Επίσης, τονίζει ότι στα κέντρα κράτησης τα ασυνόδευτα παιδιά διαμένουν σε ξεχωριστούς χώρους από τους ενήλικες, προσωρινά μέχρι να μεταφερθούν σε κατάλληλες δομές. Επίσης, τίθενται υπό προστατευτική κηδεμονία, ενώ ακολουθούνται οι απαραίτητες διαδικασίες για να προσδιοριστεί η ανηλικότητά τους με τη βοήθεια κρατικών φορέων και συνεργαζόμενων οργανώσεων. Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι αποτελεί μακροχρόνιο αίτημα της αστυνομίας η συγκρότηση εθνικής στρατηγικής για τη διαχείριση των ασυνόδευτων παιδιών και τη δημιουργία περισσότερων θέσεων φιλοξενίας.
Σχετικά με τη συμπεριφορά των αστυνομικών, στην απάντηση επισημαίνεται ότι το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχει ιδιαίτερη ευαισθησία για το ζήτημα της άψογης συμπεριφοράς των αστυνομικών απέναντι στους πολίτες, ιθαγενείς και αλλοδαπούς, και την πιστή εκτέλεση των καθηκόντων τους κυρίως σε ό,τι αφορά στον απόλυτο σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων. Για τις καταγγελίες που αφορούν σε κακομεταχείριση αλλοδαπών από αστυνομικούς στη Μόρια, τη Χίο και την Πέτρου Ράλλη, οι αρμόδιες αστυνομικές διευθύνσεις διεξάγουν προκαταρκτική διοικητική έρευνα, ώστε να αποδειχθεί εάν έχουν διαπραχθεί πειθαρχικά αδικήματα. Αντίστοιχη έρευνα διεξήχθη και για τη Θεσσαλονίκη, αλλά εκεί ο γενικός αστυνομικός διευθυντής έκλεισε την υπόθεση, καθώς δεν βρέθηκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν οποιοδήποτε διοικητικό αδίκημα.
Τέλος, σημειώνεται ότι θα ξεκινήσουν διαδικασίες για την εφαρμογή μιας σειράς δράσεων, όπως η φαρμακευτική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη, η παροχή υπηρεσιών διερμηνείας και νομικής υποστήριξης για τους κρατουμένους στα προαναχωρησιακά κέντρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπρεπής διαβίωσή τους. Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η αστυνομία, τονίζεται, δίνουν μεγάλη σημασία στην προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων που κρατούνται στα αστυνομικά τμήματα, διασφαλίζοντας τους απαραίτητους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας για την παραμονή τους.