Εδώ και πάνω 10 μέρες ένοπλοι Αμερικανοί, επικαλούμενοι την υπεράσπιση του Συντάγματος, έχουν καταλάβει προστατευόμενο φυσικό πάρκο του Όρεγκον, σε μια υπόθεση που διχάζει και γεννά πολλά ερωτήματα…
Οι ένοπλοι κτηνοτρόφοι οχυρώθηκαν από τις 2 Ιανουαρίου στις εγκαταστάσεις του καταφυγίου για την προστασία της άγριας ζωής που βρίσκεται στο Μπερνς του Όρεγκον
Δηλώνοντας ότι υπερασπίζονται το συνταγματικό δικαίωμα των Αμερικανών να διαχειρίζονται οι ίδιοι και όχι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση τη γη τους, οι ένοπλοι κτηνοτρόφοι οχυρώθηκαν από τις 2 Ιανουαρίου στις εγκαταστάσεις του καταφυγίου για την προστασία της άγριας ζωής που βρίσκεται στο Μπερνς του Όρεγκον. Στις 11 του μήνα μάλιστα αφαίρεσαν τμήμα της περίφραξης του καταφυγίου, δίνοντας πρόσβαση στους ντόπιους καουμπόηδες και στα βοοειδή τους. Η σχετική αδράνεια που έχουν επιδείξει μέχρι στιγμής οι αρχές επίσης προκαλεί αντιδράσεις.
Από τους επικεφαλής των ένοπλων κτηνοτρόφων – δεξιά ο Άμον Μπάντυ:
«To 73% της γης στην κομητεία Χάρνεϊ ανήκει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε αυτό. Ο κόσμος δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς τη γη του και τους πόρους του» δήλωσε εκπρόσωπος των ένοπλων αγροτών και κτηνοτρόφων. Οι καταληψίες, που πλέον αυτοαποκαλούνται Πολίτες για τη Συνταγματική Ελευθερία, δηλώνουν φιλήσυχοι αλλά αποφασισμένοι να αμυνθούν αν οι αρχές επιχειρήσουν να τους απομακρύνουν.
Ωστόσο, κάποιοι κτηνοτρόφοι, με επικεφαλής τον Τράβις Γουίλιαμς, αποχώρησαν από μόνοι τους, καταγγέλλοντας ότι το κίνημα διαμαρτυρίας εξελίσσεται σε βίαιη παραστρατιωτική οργάνωση, και καλούν τους συντοπίτες τους να πράξουν το ίδιο.
Κάποιοι κτηνοτρόφοι, με επικεφαλής τον Τράβις Γουίλιαμς, αποχώρησαν από μόνοι τους, καταγγέλλοντας ότι το κίνημα διαμαρτυρίας εξελίσσεται σε βίαιη παραστρατιωτική οργάνωση
Όλα ξεκίνησαν όταν δυο ιδιοκτήτες ράντσου της περιοχής, ο Ντουάιτ Χάμοντ και ο γιος του Στίβεν, παραπέμφθηκαν σε δίκη για δύο εμπρησμούς προστατευόμενου φυσικού πάρκου, το 2001 και το 2006. Στην απολογία τους υποστήριξαν ότι έβαλαν τις φωτιές για να δημιουργήσουν αντιπυρικές ζώνες και να προστατέψουν το ράντσο τους από άγρια είδη και πυρκαγιές που θα μπορούσαν να ξεκινήσουν από το πάρκο.
Το δικαστήριο έκρινε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν προχωρήσει στους εμπρησμούς προκειμένου να καλύψουν ίχνη παράνομου κυνηγιού εντός της προστατευόμενης περιοχής και τους επέβαλε ολιγόμηνη ποινή φυλάκισης.
Αυτές τις προμήθειες ζητούν οι καταληψίες του φυσικού πάρκου από τους υποστηρικτές τους:
Στη συνέχεια η υπόθεση παραπέμφθηκε στο ομοσπονδιακό εφετείο, το οποίο επέβαλε πενταετή κάθειρξη (σ.σ.: η ελάχιστη ποινή κατά τον αντιτρομοκρατικό νόμο του 1996) στους ήδη καταδικασθέντες, διατάσσοντας την επιστροφή τους στη φυλακή. Ακολούθησε πορεία διαμαρτυρίας, από την οποία μικρή ομάδα αποσπάστηκε και κατέλαβε τα γραφεία του καταφυγίου Μαλιούρ, με αίτημα αφενός να αποφυλακιστούν ο πατέρας και ο υιός Χάμοντ, και αφετέρου το πάρκο να παραχωρηθεί στους ντόπιους αγροτοκτηνοτρόφους. Αυτό όμως, πέρα από την ανάγκη διαφύλαξης της τοπικής χλωρίδας και πανίδας, έρχεται επίσης σε σύγκρουση με τα δικαιώματα ιθαγενών Αμερικανών, συγκεκριμένα της φυλής Παϊούτ, επί της γης.
Εκπρόσωποι της ντόπιας φυλής Ινδιάνων προασπίζονται τη δημόσια γη:
Επικεφαλής της ομάδας των καταληψιών είναι ο Άμον Μπάντι, μέλος μιας οικογένειας γνωστής για την επί δεκαετίες αντιπαράθεσή της με τις ομοσπονδιακές αρχές ως προς τη χρήση της δημόσιας γης – ζήτημα που παραμένει ανοιχτό στις ΗΠΑ, με άλλους να διεκδικούν τη γη με εκστρατείες ενημέρωσης και συγκεντρώσεις, και άλλους να τάσσονται υπέρ επιθετικότερων κινήσεων, όπως καταλήψεις ή και συγκρούσεις με τις αρχές.
Από την πλευρά των αρχών, ο σερίφης Ντέιβ Γουόρντ κάλεσε τους παραστρατιωτικούς να επιστρέψουν στα σπίτια τους, ενώ ο δικαστής Στιβ Γκράστι τους αποκάλεσε «ένοπλους κακοποιούς» και τους απείλησε με πρόστιμο 75.000 δολαρίων την ημέρα για το κόστος των κλειστών σχολείων και των αστυνομικών ενισχύσεων. Κατά της κατάληψης τέθηκαν ακόμα ο ρεπουμπλικανός εκπρόσωπος της πολιτείας του Όρεγκον Κλιφ Μπεντζ, καθώς και η κυβερνήτης Κέιτ Μπράουν.
Οι ντόπιοι, πάντως, ακόμα κι αν διαφωνούν, δεν παραπονιούνται ιδιαίτερα. Για την ακρίβεια, ξενοδόχοι, εστιάτορες και άλλοι επιχειρηματίες τρίβουν τα χέρια τους, καθώς η αναταραχή προσελκύει πολύ κόσμο στην περιοχή και μάλιστα εκτός τουριστικής σεζόν…
Με πληροφορίες από Euronews, RT, Guardian, CNN, VOX, Daily Mail