Νέα στοιχεία την υπόθεση των εκβιασμών με «φόντο» τα διαφημιστικά πακέτα δημοσίων οργανισμών και τραπεζών βρίσκονται στα χέρια της Δικαιοσύνης.
Η έρευνα έχει ήδη διευρυνθεί αναζητώντας ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες από τα διευθυντικά και ανώτερα στελέχη μίας τράπεζας και μίας ΔΕΚΟ που μοίραζαν αφειδώς παχυλά διαφημιστικά πακέτα στην ομάδα των τριών δημοσιογράφων που είχε συλληφθεί τον περασμένο Φεβρουάριο για εκβιασμούς.
Η συμπληρωματική ποινική δίωξη για απιστία στην υπηρεσία σε συνδυασμό μάλιστα με τις επιβαρυντικές διατάξεις του νόμου 1608/1950 περί καταχραστών του δημοσίου, θέτει ευθέως στο «κάδρο» των ποινικών ευθυνών τα στελέχη της συγκεκριμένης τράπεζας αλλά και της ΔΕΚΟ που ενέκριναν ή εισηγούνταν τις επίμαχες διαφημιστικές δαπάνες οι οποίες μάλιστα ήταν ασύγκριτα υψηλότερες από τις υπόλοιπες τράπεζας και των άλλων δημοσίων οργανισμών. Αν και η δίωξη στρέφεται κατά παντός υπευθύνου, «φωτογραφίζει» με σαφήνεια τα στελέχη που είχαν ανοίξει τη στρόφιγγα των διαφημιστικών δαπανών προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Δύο ημέρες πριν το τραγικό συμβάν, η δικογραφία άλλαξε μάλιστα χέρια και από τον 1ο ειδικό ανακριτή που είχε αρχικά αναλάβει την έρευνα, πέρασε στον ανακριτή διαφθοράς Κ. Σαργιώτη. Αιτία, τα νέα στοιχεία που έφτασαν στον 1ο ειδικό ανακριτή και τα οποία καθιστούσαν ως μονόδρομο τη μεταφορά της δικογραφίας σε ανακριτή διαφθοράς που θα διερευνήσει αν ο κύκλος των εμπλεκομένων τραπεζών και δημοσίων οργανισμών είναι ακόμη μεγαλύτερος προκειμένου να απαγγείλει ενδεχομένως και νέες κατηγορίες. Σύμφωνα με πληροφορίες, μία έκθεση που είχε στη διάθεση του ο 1ο ειδικός ανακριτής κ. Ζιάκας, για τις διαφημιστικές δαπάνες της συγκριμένης τράπεζας και της ΔΕΚΟ σηματοδότησε μία νέα δυναμική στην έρευνα.
Σύμφωνα με δικαστικές πηγές ο ανακριτής Διαφθοράς θα κληθεί να αξιολογήσει τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί και να αποτιμήσει ποινικά ποια ανώτερα ή ανώτατα στελέχη ακόμη και υψηλόβαθμα ενέχονταν στη χορήγηση των διαφημιστικών δαπανών σε συγκεκριμένες εφημερίδες και ιστοσελίδες.
Τα στοιχεία πάντως που προέκυψαν από την έρευνα , όπως αποτυπώνονται στο διαβιβαστικό του 1ου ειδικού ανακριτή δείχνουν με σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο γινόταν η «αφαίμαξη» των διαφημιστικών καταχωρήσεων από την ομάδα των κατηγορουμένων δημοσιογράφων. Συγκεκριμένα, ο ανακριτής αναφέρει μεταξύ άλλων πως :
-Οι διοικούντες και οι διευθύνοντες σύμβουλοι της ΔΕΚΟ και της Τράπεζας την περίοδο 2013-2015 διέθεσαν εξαιρετικά υψηλά διαφημιστικά κονδύλια, τα οποία κατέληξαν αποκλειστικά στην εκδοτική εταιρία “Μαυρίκος”, για να ωφελήσουν τον Μαυρίκο και προφανώς τον εαυτό τους.
– Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΚΟ έσπασε δολίως σε μικρότερα ποσά τη διαφημιστική δαπάνη για να είναι εφικτή η απευθείας έγκριση από τον ίδιο. Ενδεικτικά, ενέκρινε ποσό 149.500 ευρώ, ενώ εάν το ποσό υπερέβαινε τις 150.000 ευρώ θα έπρεπε να εγκριθεί με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου.
Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται να ζητηθεί άμεσα η άρση τραπεζικών λογαριασμών εμπλεκόμενων προσώπων, πριν αποσταλούν κλήσεις προς απολογία σε βάρος συγκεκριμένων προσώπων.
Ήδη πάντως, στην υπόθεση των εκβιαστών έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για τα αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, της διακεκριμένης εκβίασης κατά συναυτουργία, ενώ στη συνέχεια ασκήθηκαν συμπληρωματικές διώξεις για ενεργητική δωροδοκία τελεσθείσα από υπαίτιο προς υπάλληλο για ενέργεια που αντίκειται στα καθήκοντα του υπαλλήλου, με επιδιωκόμενο όφελος άνω των 150.000 ευρώ, με το νόμο περί καταχραστών του Δημοσίου (Ν. 1608/50) αλλά και για ενεργητική δωροδοκία κατ’ εξακολούθηση. Οι αξιόποινες πράξεις αφορούσαν στους τρεις κατηγορούμενους, Παν. Μαυρίκο (νεκρός σε δυστύχημα), Παν. Μουσσάς (βρίσκεται στη φυλακή) και Χρ. Φράγκου (είναι ελεύθερος).
Την ίδια ώρα, πάντως, εντύπωση προκαλούν οι πληροφορίες που εμφανίζουν τον εκδότη της εφημερίδας Ακρόπολη, Π. Μαυρίκο, να μην έχει στη διάθεσή του το τελευταίο διάστημα προσωπική φρουρά, όπως στο παρελθόν, καθώς φέρεται να μην είχε πλέον τέτοια οικονομική δυνατότητα.