Το περιεχόμενο του Δελτίου Τύπου των Ενώσεων Εισαγγελέων και Δικαστών πολιτικής και διοικητικής δικαιοσύνης αφενός μεν επιβεβαιώνει την «εξαιρετική» ανησυχία όλων για την αναγκαιότητα ορθής λειτουργίας των θεσμών, αφετέρου δε παραβλέπει σοβαρά ερωτήματα και απορίες που πρέπει να ερευνηθούν και να απαντηθούν.
Και εξηγούμαστε. Άμεσα θα κατατεθεί σχετική αναφορά προς την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον υπουργό Δικαιοσύνης, τον πρόεδρο της Βουλής, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και προς τους αρχηγούς των κομμάτων, δεδομένου ότι εκτός από τη δικαστική εξουσία υπάρχουν κι άλλες δύο, οι οποίες κατά σύμπτωση είναι ισόνομες και ανεξάρτητες, όπως και η δικαστική.
Συγκεκριμένα:
Αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου πρώτον «με δημοσιεύματα που δεν έχουν να κάνουν με το δημόσιο συμφέρον».
Απαντούμε: Οτιδήποτε έχει να κάνει με την εν γένει συμπεριφορά, κοινωνική και δικαστική ενός δικαστού και δη ανωτάτου, έχει οπωσδήποτε, λογικώς, αυτονοήτως και αυταποδείκτως να κάνει με το δημόσιο συμφέρον.
Η εξήγηση είναι απλή: Ο δικαστής πρέπει να έχει λόγω του λειτουργήματός του κρυστάλλινη και διάφανη ζωή, διότι αλλιώς μπορεί να καταστεί έρμαιο των παθών του.
Ο ανώτατος δικαστής, ο οποίος συνάπτει σχέσεις με μία άλλη δικαστή, παντρεμένη, όντας ο ίδιος παντρεμένος, αν και αυτό δεν το έχουμε διερευνήσει, διότι δεν μας αφορά, δίνει ένα παράδειγμα, πράγματι. Εάν αυτό το παράδειγμα προς τους νεότερους δικαστές ή προς την κοινωνία είναι διδακτικό, επιμορφωτικό και παράδειγμα προς μίμηση, αυτό μπορεί να το κρίνει και ο υπόλοιπος κόσμος, εκτός από τις Ενώσεις Εισαγγελέων και Δικαστών.
Δεύτερον, το ενδιαφέρον και η γνώση από μέρους ανωτάτου δικαστή των βαθμών της δικαστού-ερωμένης, τους οποίους μάλιστα τους ανακοινώνει εις αυτήν («Ζήτησα και είδα όλους τους βαθμούς», «Σε κανένα μάθημα δεν είσαι μακριά από την κορυφή», «Πράγματι στις κυρίες που μνημόνευσες έχεις τους λιγότερο καλούς σου, δεν θυμάμαι ακριβώς κάτι 11άρια, 12άρια»), αποτελεί ιδιωτική σφαίρα του δικαστή; Σύμφωνα με το περιεχόμενο του Δελτίου Τύπου, όλα αυτά ανάγονται στην ιδιωτική σφαίρα της ζωής του δικαστή και όχι στο διαβλητό των εξετάσεων. Αλλά όμως όλα τα παραπάνω, σύμφωνα με τις Ενώσεις, δεν αφορούν το «δημόσιο συμφέρον», αλλά πρόκειται για «κίτρινη δημοσιογραφία».
Δεν αποτελούν πλήγμα για την ισότητα των υπολοίπων υποψηφίων, για τον θεσμό της Δικαιοσύνης, για την πίστη των πολιτών στο οικοδόμημα της Δημοκρατίας. Ούτε προκαλούν το δημόσιο αίσθημα, αλλά πρόκειται για μια προσπάθεια εκβιασμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Αλήθεια, προσπάθεια εκβιασμού αποτελεί το γεγονός ότι αποκαλύπτεται η όλη αυτή δραστηριότητα ανωτάτου δικαστή του ΣτΕ; Ή μήπως το γεγονός της μη αποκάλυψης θα αποτελούσε το μεγαλύτερο όπλο στα χέρια επίδοξων εκβιαστών; Ποιος εκβιάζει; Αυτός που αποκαλύπτει το περιεχόμενο του τυχόν εκβιασμού ή αυτός που αποκρύπτει το περιεχόμενο του τυχόν εκβιασμού;
Πράγματι, η παραπάνω αποκάλυψη και σ’ αυτό συμφωνούμε με το Δελτίο Τύπου και τα όσα κρύβονται πίσω απ’ αυτήν θα βρει την άμεση απάντησή της στον ποινικό νόμο, διότι στη συνείδηση των πολιτών έχει ήδη καταγραφεί. Όμως αρκετά με τα λόγια και τις παραινέσεις. Αναφέρει το Δελτίο Τύπου ότι υπεκλάπη η ιδιωτική ζωή (σχέση με άλλη δικαστή, παντρεμένου με παντρεμένη, γνώση της βαθμολογίας της και ανακοίνωσή της εις αυτήν), ενώ ουδεμία απολύτως υποκλοπή υφίσταται. Ωστόσο, όπως έχουμε αναφέρει στο ρεπορτάζ, κρατική υπηρεσία και δη η ΕΥΠ κατέγραφε τα e-mails των δύο πρωταγωνιστών-δικαστών περί τα τέλη του 2014. Αυτά, λοιπόν, που θα έπρεπε να απασχολήσουν τις Ενώσεις Εισαγγελέων και Δικαστών είναι τα ακόλουθα:
1) Ποιος και γιατί παρακολουθούσε τους λογαριασμούς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα;
2) Εικάζεται ότι οι πληροφορίες αυτές έχουν διαρρεύσει σε διάφορους πολιτικούς χώρους, αλλά και σε εκδότη, στην υπηρεσία του οποίου απασχολείται πρώην υπάλληλος της ΕΥΠ.
3) Ο εν λόγω υψηλόβαθμος δικαστής του Συμβουλίου της Επικρατείας συμμετέχει στην κρίσιμη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για τη νομιμότητα ή μη της χορήγησης τηλεοπτικών αδειών, η δε ετέρα συμπρωταγωνίστρια δικαστής συμμετέχει ως νομικός στη διαδικασία των αδειών.
4) Αποδεικνύεται από το περιεχόμενο της μεταξύ τους ηλεκτρονικής αλληλογραφίας ότι δεν υπάρχει το αδιάβλητο των εξετάσεων.