Νομικά «πυρά» από Πανεπιστήμια, Πρυτάνεις και καθηγητές δέχεται και πάλι ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ αλλά και η υπουργική απόφαση για την ηλεκτρονική ψηφοφορία ανάδειξης των οργάνων των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
Με προσφυγή που κατατέθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας αμφισβητείται ευθέως η συνταγματικότητα και η νομιμότητα της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, υποστηρίζοντας ότι όχι μόνο καταργεί το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων αλλά προάγει την αδιαφάνεια, καταστρατηγώντας την αξιοκρατία.
Η προσφυγή που υπογράφεται από 13 Πανεπιστήμια, τέσσερις πρυτάνεις, δυο αντιπρυτάνεις και 49 καθηγητές του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π.) ζητεί ν’ ακυρωθεί η εν λόγω υπουργική απόφαση και η σχετική συζήτηση να διεξαχθεί στην πλήρη Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Υπενθυμίζεται πάντως πως εκκρεμεί η απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου για άλλες 19 προσφυγές Α.Ε.Ι. και εκλεγμένων πρυτανικών αρχών κατά υπουργικών αποφάσεων που αφορούν στις διαδικασίες εκλογής συμβούλων διοίκησης στα Πανεπιστήμια και στην ταξινόμηση ψήφου που κατατέθηκαν τον περασμένο Μάρτιο.
Στη συνέχεια πάντως ακολούθησαν οι εκτεταμένες τροποποιήσεις του Ν. 4009/2011 και τελικά η αντικατάστασή του με τον νεότερο νόμο 4076/2012.
Οι πρυτάνεις ζητούν την ακύρωση όλων των τροποποιήσεων αφού όπως σημειώνουν, καταργούν το αυτοδιοίκητο των Α.Ε.Ι., λόγω της πρόβλεψης της συμμετοχής τρίτων ιδιωτών στα συμβούλια των Πανεπιστημίων.
Σύμφωνα με την προσφυγή, «το γεγονός ότι τα εξωτερικά μέλη του Ιδρύματος επιλέγονται από τα εσωτερικά μέλη, δηλαδή από πρόσωπα που ανήκουν στην οικεία πανεπιστημιακή κοινότητα και εκλέγονται από αυτήν, δεν θεραπεύει ούτε την έλλειψη οιασδήποτε ακαδημαϊκής νομιμοποίησης, ούτε καλύπτει την αντισυνταγματικότητα της σχετικής ρύθμισης, δεδομένου ότι το άρθρο 16 παράγραφος 5 εδάφιο α΄ του Συντάγματος δεν κατοχυρώνει απλώς την «αυτοδιοίκηση» των Α.Ε.Ι., όπως το άρθρο 16 του Συντάγματος του 1952, αλλά επιτάσσει την «πλήρη αυτοδιοίκηση» τους, που περιλαμβάνει και την επιλογή των μελών των οργάνων της διοίκησης τους μέσα από τα μέλη της οικείας πανεπιστημιακής κοινότητας».
Επιπλέον, η προσφυγή βάλλει κατά της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, μέσω υπολογιστή, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για πολύπλοκο σύστημα με το οποίο δεν μπορεί να ελεγχθεί η καταμέτρηση ούτε από την αρμόδια εφορευτική επιτροπή ούτε και από τα δικαστήρια αν κάποιος προσφύγει σ’ αυτά.
Για το λόγο αυτό, οι προσφεύγοντες θεωρούν ότι το προβλεπόμενο εκλογικό σύστημα δεν διασφαλίζει την ακεραιότητα και τη μυστικότητα της ψήφου, ευνοεί τους ψηφοφόρους εκείνους που έχουν εξοικειωθεί με τις νέες τεχνολογίες και οδηγεί στον αποκλεισμό των υπολοίπων από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων ενώ παραγνωρίζει βασικές αρχές διαφάνειας και αξιοκρατίας.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχουν προσφύγει το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, το Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το Πανεπιστήμιο Πατρών, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Πειραιώς, η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, το Πολυτεχνείο Κρήτης και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, οι πρυτάνεις Γ. Χαρβαλιάς, Τριαντ. Αλμπάνης, Σίμ. Σιμόπουλος, Θεοδ. Πελεγρίνης, οι αντιπρυτάνεις Αγγελική Δημητρακοπούλου και Αντωνία Μοροπούλου, καθώς και 49 καθηγητές του Ε.Μ.Π.
Επιμέλεια: Μυρτώ Τσάβαλου