H Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα, περιλαμβάνει τα περισσότερα γαστρονομικά έθιμα της Ορθοδοξίας. Από τα τσουρέκια και τα αυγά μέχρι το αρνί στη σούβλα αυτές είναι οι γευστικές παραδόσεις που μεγάλωσαν γενιές και γενιές.
Η καθημερινότητα της ελληνικής οικογένειας από χρόνια ήταν στενά συνδεδεμένη με τα εκκλησιαστικά δρώμενα. Έτσι είναι αναμενόμενο, το Θείο Δράμα να μεταφέρεται και στο οικογενειακό τραπέζι.
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Ελεύθερος Τύπος, οι προετοιμασίες για το Πάσχα ξεκινούσαν από την αρχή της Μεγάλης Εβδομάδας με τη σαρακοστιανή νηστεία, ενώ ειδικά τη Μεγάλη Δευτέρα, οι γυναίκες δεν έπιαναν μαχαίρια και αιχμηρά αντικείμενα γιατί φοβόντουσαν μην κοπούν και τρέξει αίμα, πράγμα που θεωρούσαν μεγάλη αμαρτία.
Από τη Μεγάλη Δευτέρα ήταν δεμένο στην αυλή το αρνί που θα σούβλιζαν την Κυριακή του Πάσχα, το οποίο στόλιζαν με κόκκινη κορδέλα ή το έβαφαν με τη βαφή των αυγών την Μεγάλη Πέμπτη.
Τη Μεγάλη Τετάρτη, οι γυναίκες επέστρεφαν σπίτι μετά το Ευχέλαιο για να πιάσουν το προζύμι που σκέπαζαν με μάλλινες κουβέρτες και να φτιάξουν τα τσουρέκια και τις κουλούρες της Λαμπρής.
Στην παλιά Αθήνα, η καντηλανάφτισσα γυρνούσε στα σπίτια της ενορίας και μάζευε αλεύρι για την πασχαλινή κουλούρα. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας οι νοικοκυρές πήγαιναν στην εκκλησία να πάρουν το ζυμάρι τους, στο οποίο χάραζαν εξαιρετικά σχέδια με αναπαραστάσεις από τα Θεία Πάθη και την Ανάσταση.
Τη Μεγάλη Πέμπτη, που λεγόταν και Κόκκινη, ή Κοκκινοπέφτη, έβαφαν κόκκινα τα αυγά και το αρνί στην αυλή. Τα παλιά χρόνια το βάψιμο γινόταν με φυτικές ύλες, κοκκινόξυλο ή φύλλα αμυγδαλιάς που έδιναν κιτρινωπό ή καφέ χρώμα, ενώ το πρώτο αυγό ήταν της Παναγίας και έγραφαν πάνω του ευχές.
Μάλιστα το πρώτο αυγό το έσπαγε ο νοικοκύρης του σπιτιού και στη συνέχεια το μικρότερο παιδί του σπιτιού τσούγκριζε με όλους στο σπίτι. Τα κορίτσια της οικογένειας έδιναν επίσης μεγάλη σημασία στο σπάσιμο των αυγών, αφού ένα άθικτο αυγό σήμαινε ακλόνητη αγάπη.
Τη Μεγάλη Παρασκευή οι πιστοί συμμετείχαν στα Θεία Πάθη, αφού απαγορευόταν να φάνε οτιδήποτε μέχρι τα μεσάνυχτα, εκτός από νερόβραστα και ωμά, ενώ πολλοί έπιναν μόνο νερό και ξύδι. Ειδικά οι κοπέλες που συμμετείχαν στον στολισμό του Επιταφίου έμεναν νηστικές μέχρι την περιφορά του.
Το Μεγάλο Σάββατο σφαζόταν το αρνί της Κυριακής και γενικά όλη η μέρα ήταν αφιερωμένη στις προετοιμασίες. Στην Τουρκοκρατία, το βράδυ της Ανάστασης, δεν έτρωγαν μαγειρίτσα όπως σήμερα, αλλά χηνόσουπα αβγοκομμένη με μπόλικο κρεμμύδι, μαϊντανό, πιπέρι, ψιλοκομμένο συκώτι αρνιού, κρεατόπιτα, κεφτεδάκια, λουκάνικα και μπόλικο κρασί. Μετά την απελευθέρωση, ωστόσο, επικράτησε η καθιερωμένη μαγειρίτσα όπως την ξέρουμε.
Όσο για το αρνί, το σύμβολο του Πασχαλινού τραπεζιού μαζί με τα κόκκινα αυγά, αποτελεί αρχαιότατο και όχι μόνο χριστιανικό έθιμο. Στην Τουρκία έσφαζαν αρνιά στο Ραμαζάνι που τα έλεγαν «κουρμπάνι» (=θυσία).
Το σούβλισμα και το ψήσιμο αποτελεί έθιμο της ηπειρωτικής Ελλάδας που σταδιακά επικράτησε σε όλη τη χώρα και μάλιστα το ψήσιμο του οβελία αποτελούσε ζήτημα τιμής ακόμη και για τις πιο φτωχές οικογένειες, που προτιμούσαν να μη φάνε κρέας όλο το χρόνο, για να έχουνε αρνί το Πάσχα.
Επιμέλεια: Κατερίνα Νινιού