Ρεπορτάζ: Στέλιος Βογιατζάκης
«Η προσεδάφιση του Perseverance στον Άρη είναι άλλος ένας σταθμός σε ένα ταξίδι που δεν έχει τέλος. Θα συνεχίσουμε να στέλνουμε ρομποτικές αποστολές για περίπου 50 χρόνια, μέχρι να έρθει η ώρα να πατήσει ο άνθρωπος στον Κόκκινο Πλανήτη».
Με αυτά τα λόγια μιλάει στο zougla.gr για το ιστορικό επίτευγμα της NASA, o επίτιμος διευθυντής του Ψηφιακού Πλανηταρίου του Ιδρύματος Ευγενίδου, Διονύσης Σιμόπουλος, ο οποίος παρακολούθησε ζωντανά, όπως έκανε ολόκληρη η ανθρωπότητα, τα τελευταία λεπτά του ταξιδιού των 480 εκατομμυρίων χιλιομέτρων που ολοκληρώθηκε με την προσεδάφιση του Perseverance στον Άρη.
Πλέον, μαζί με ολόκληρη την επιστημονική κοινότητα, ο κ. Σιμόπουλος αναμένει τα αποτελέσματα που θα δώσουν τα τεχνολογικά προηγμένα όργανα του Perseverance. Όπως εξηγεί, για πρώτη φορά έχουν τοποθετηθεί όργανα που μπορούν να σκάψουν στο υπέδαφος του πλανήτη για να εντοπίσουν το παγωμένο νερό που έχει εντοπιστεί- «αν έβγαινε στην επιφάνεια θα δημιουργούσε έναν ωκεανό που θα είχε βάθος 500 μέτρα και θα τον κάλυπτε ολόκληρο» σημειώνει- και να διαχωρίσουν το υδρογόνο από το οξυγόνο.
«Το Perseverance έχει όργανα που μπορούν να εντοπίσουν –αν υπάρχουν- απολιθώματα μικροβίων που ίσως δημιουργήθηκαν πριν από 3,6 δισεκατομμύρια χρόνια, όταν η ατμόσφαιρα του Άρη βρισκόταν πιο κοντά στα δικά μας δεδομένα και θα μπορούσε δυνητικά να δημιουργηθεί ζωή» προσθέτει.
Ο κ. Σιμόπουλος μιλάει με θαυμασμό για το μικρό ελικόπτερο που μεταφέρει το Perseverance και το οποίο θα επιχειρήσει να κάνει πτήσεις στην πολύ αραιή ατμόσφαιρα του Άρη για να καταγράψει εικόνες από ψηλά. «Θα είναι σε θέση να δει πράγματα που δεν μπορεί να δει το ρόβερ και να μας μεταφέρει την εικόνα. Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν μπορεί να ελεγχθεί απ’ ευθείας, επειδή λόγω της απόστασης χρειάζονται πάνω από 11 λεπτά για να μεταφερθεί ένα μήνυμα από τη Γη, και έτσι όλες οι πληροφορίες έχουν προεγγραφεί στο σύστημα του ή δίνονται κατά τη διάρκεια της αποστολής για να φτάσουν σε μελλοντικό χρόνο» εξηγεί.
Στην αρχή του 21ου αιώνα ήταν διάχυτη η αισιοδοξία ότι στη δεκαετία που διανύουμε, η επιστήμη θα είχε κάνει το άλμα που θα επέτρεπε την αποστολή επανδρωμένης αποστολής στον Άρη. Ο κ. Σιμόπουλος ξεκαθαρίζει ότι προς το παρόν, και για λίγες δεκαετίες ακόμα, πρέπει να ξεχάσουμε αυτές τις σκέψεις. «Αν το δοκιμάζαμε μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια θα στέλναμε ανθρώπους σε βέβαιο θάνατο, θα είχαμε ένα διαστημικό φέρετρο. Δεν μπορούμε να κάνουμε την απόπειρα μέχρι να είμαστε βέβαιοι ότι το πλήρωμα θα προστατεύεται από την κοσμική ακτινοβολία και τα φωτισμένα σωματίδια του ήλιου που είναι θανατηφόρα. Σε ένα ταξίδι 5-10 ημερών υπάρχει επιβάρυνση του οργανισμού αλλά όχι θάνατος, αλλά όταν μιλάμε για τον Άρη το ταξίδι, μόνο για να πας, διαρκεί 6 – 8 μήνες. Θα πρέπει πρώτα να δούμε πώς θα μειωθεί ο χρόνος για να φτάσουμε στον Άρη στους 1-2 μήνες και να βρούμε τα υλικά με τα οποία θα κατασκευαστεί το διαστημόπλοιο για να προστατεύει το πλήρωμα» τονίζει.
Ωστόσο, ο επίτιμος διευθυντής του Ψηφιακού Πλανηταρίου του Ιδρύματος Ευγενίδου λέει με βεβαιότητα ότι το μέλλον της ανθρωπότητας βρίσκεται στο διάστημα. «Κάθε ευρώ που επενδύεται στο διάστημα αποδίδει στο πολλαπλάσιο. Αλλά δεν μιλάμε μόνο για την οικονομία. Πλέον το διάστημα είναι σημαντικό για τις επικοινωνίες, την ιατρική και άλλους κλάδους. Ακόμα και για εθνικούς λόγους χρειάζεται μία χώρα να έχει διαστημικό οργανισμό, όπως έκανε και η Ελλάδα, αν και σε πολλούς φάνηκε αστείο» τονίζει ο κ. Σιμόπουλος.
Τη νύχτα της περασμένης Πέμπτης εκατομμύρια άνθρωποι είδαν εκστασιασμένοι στην οθόνη του υπολογιστή τους την ζωντανή μετάδοση της προσεδάφισης του Perseverence στον Άρη, επιβεβαιώνοντας την διαχρονική γοητεία που ασκεί ο Κόκκινος Πλανήτης σε όλο τον κόσμο. Γιατί, όμως, ο Άρης ξυπνάει όλα αυτά τα συλλογικά αντανακλαστικά;
«Από όλους τους κόσμους που έχουμε παρατηρήσει, δυνητικά προσβάσιμος είναι μόνο ο Άρης, αφού ο άνθρωπος έχει πατήσει στη Σελήνη. Από τις αρχές του 20ου αιώνα μπορούσαμε να δούμε με το τηλεσκόπιο τα επιφανειακά χαρακτηριστικά του Άρη, κάτι που, για παράδειγμα, δεν μπορούσαμε να κάνουμε με την Αφροδίτη λόγω της ατμόσφαιρας της. Ήταν ο μόνος κόσμος που μπορούσαμε να παρατηρήσουμε από μακριά και σε αυτό πάτησε η επιστημονική φαντασία για να δημιουργήσει χιλιάδες ιστορίες» καταλήγει ο κ. Σιμόπουλος.
Διαβάστε ακόμα: