Ρεπορτάζ: Παναγιώτης Βλαχουτσάκος
Αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ και «βατράχια» του Λιμενικού ήταν οι πρώτοι που έφθασαν στο πολύπαθο Μάτι λίγες ώρες μετά το ξέσπασμα της φονικής πυρκαγιάς που άφησε δεκάδες νεκρούς στο διάβα της. Η συμβολή τους ήταν καθοριστική καθώς κατάφεραν να διασώσουν εκατοντάδες ανθρώπους οι οποίοι ήταν εγκλωβισμένοι είτε σε αυτοκίνητα, είτε στις οικίες τους.
Αυτό ωστόσο που προκαλεί εντύπωση και εγείρει πολλά ερωτήματα είναι το γεγονός ότι οι άνδρες της αστυνομίας ήταν «τυφλοί» και «κουφοί» και ενήργησαν αυτοβούλως καθώς κάθε επαφή με τους αρμόδιους αξιωματικούς ή με το κέντρο της υπηρεσίας είχε διακοπεί. Και αυτό γιατί, παρόλο που ήταν εφοδιασμένοι με δύο συσκευές ασυρμάτων (μία για αναλογικό και μία για ψηφιακό δίκτυο), καμία από αυτές τελικά δεν λειτούργησε.
Επιπλέον, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, τόσο οι άνδρες της ΔΙΑΣ όσο και αυτοί του Λιμενικού είχαν εντοπίσει σορούς από τις πρώτες ώρες που έφθασαν στο σημείο της τραγωδίας, με τους αστυνομικούς να μην μπορούν καν να διαβιβάσουν τα όσα τραγικά έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή και να δούμε πως εκτυλίχθηκαν τα πράγματα τις πρώτες ώρες της τραγωδίας…
Η εντολή προς τους αστυνομικούς
Όπως αναφέρουν λοιπόν στην ηλεκτρονική μας εφημερίδα αστυνομικές πηγές που ασχολήθηκαν με την υπόθεση, η πρώτη εντολή προς τους αστυνομικούς έρχεται στις 17.45 το απόγευμα της Δευτέρας από τον διοικητή Τροχαίας Αγίας Παρασκευής ο οποίος ζητά να κλείσει η Μαραθώνος σε δύο κομμάτια: στο ύψος της Φλέμινγκ και στις οδούς που οδηγούν προς Νέα Μάκρη.
Λόγω της σφοδρότητας των ανέμων η φωτιά εξαπλώνεται γρήγορα και ήδη έχει αρχίσει να «κυνηγά» κάποια αυτοκίνητα που βρίσκονται στην περιοχή. Την ίδια ώρα, τα περισσότερα πυροσβεστικά οχήματα επιχειρούν στην Κινέττα. Στην περιοχή του Ματιού στέλνεται ένα πυροσβεστικό ελικόπτερο, το οποίο όμως δεν μπορεί να προβεί σε ρίψη νερού λόγω των θυελλωδών ανέμων.
Εκείνη την ώρα, στο περιοχή καταφθάνουν και δύο ομάδες ΔΙΑΣ με επικεφαλής έναν αρχιφύλακα. Ο αρχιφύλακας κινείται στην περιοχή και, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, εντοπίζει μία σορό λίγο μετά τις 20.00 το απόγευμα. Κάπου εδώ είναι που ξεκινούν τα προβλήματα συντονισμού και εντολών. Ο επικεφαλής της ομάδας προσπαθεί να διαβιβάσει φωνάζοντας στον ασύρματο «ΔΙΑΣ επείγον, ΔΙΑΣ επείγον». Η φωνή του ωστόσο δεν φτάνει ποτέ στα αυτιά των αρμοδίων καθώς ο ασύρματος αδυνατεί να διαβιβάσει. Είναι βουβός. Έτσι, μην έχοντας άλλη επιλογή, καλεί από το κινητό του τηλέφωνο (!) το ΕΚΑΒ και τους ενημερώνει.
*(Εδώ να σημειωθεί ότι και ο επικεφαλής της ομάδας ΟΥΚ που βρέθηκε στο σημείο, Δημήτρης Μπαλτάκος, μιλώντας σήμερα στον ΣΚΑΙ ανέφερε ότι και οι άνδρες της ΜΥΑ εντόπισαν τον πρώτο νεκρό πολύ πριν νυχτώσει).
Λίγα λεπτά αργότερα ένας πολίτης προσεγγίζει τους αστυνομικούς και τους λέει «ακούω φωνές στο Κόκκινο Λιμανάκι». Οι αστυνομικοί κατευθύνονται προς την παραλία και βλέπουν περισσότερους από 500 ανθρώπους να είναι εγκλωβισμένοι. Και πάλι ο επικεφαλής προσπαθεί να επικοινωνήσει με το κέντρο της υπηρεσίας ώστε να ενημερώσει. «ΔΙΑΣ επείγον» φωνάζει. Εις μάτην. Για ακόμη μία φορά σιωπή. Τότε καλεί με το κινητό του το 100 και, μέσω αυτού, συνδέεται με το Λιμενικό όπου μεταφέρει τις εικόνες που βλέπει.
Η συνεργασία με τη ΜΥΑ
Από την άλλη άκρη της γραμμής ο λιμενάρχης Ραφήνας του λέει ότι στέλνει βατραχανθρώπους ώστε να βοηθήσουν στη διάσωση. Πράγματι, πηγές από το Λιμενικό, μιλώντας στο zougla.gr, ανέφεραν ότι η εντολή από το Λιμεναρχείο Ραφήνας δόθηκε στις 18.50, μέχρι όμως οι άνδρες των ΟΥΚ να φτάσουν στο σημείο με πλωτά μέσα και με ανέμους της τάξεως των 8 και 9 μποφόρ το φως του ήλιου είχε αρχίσει να πέφτει, ενώ οι πυκνοί καπνοί είχαν βυθίσει την περιοχή στο σκοτάδι.
Τότε είναι που προκύπτει και η συνεργασία μεταξύ αστυνομικών και βατραχανθρώπων. Ειδικότερα, προκειμένου να καταφέρουν οι άνδρες της ΜΥΑ να προσεγγίσουν μέσω θαλάσσης τις παραλίες που είχαν καταφύγει οι κάτοικοι, οι άνδρες της ΔΙΑΣ άναψαν τους φακούς τους στέλνοντας φωτεινά σήματα προς την θάλασσα. Οι «βάτραχοι» χωρίστηκαν σε υποομάδες και, μαζί με τους άνδρες της ΔΙΑΣ, άρχισαν να βοηθούν τον κόσμο ο οποίος βρισκόταν σε κατάσταση αμόκ. Από εκείνη τη στιγμή οι αστυνομικοί συμμετέχουν στην επιχείρηση διάσωσης δίχως εντολές ή καθοδήγηση μιας και οι ασύρματοι παραμένουν νεκροί. Όπως λένε χαρακτηριστικά καλά ενημερωμένες πηγές στο zougla.gr «Δεν υπήρχε επικοινωνία. Λειτούργησαν αυτοβούλως με αυτοθυσία».
Όσον αφορά στους νεκρούς συνανθρώπους μας, ο επικεφαλής της ομάδας ΟΥΚ που βρέθηκε στο σημείο, Δημήτρης Μπαλτάκος, μιλώντας σήμερα στον ΣΚΑΙ ανέφερε ότι και οι άνδρες της ΜΥΑ εντόπισαν τον πρώτο νεκρό πολύ πριν νυχτώσει. «Φτάσαμε λίγο αργότερα καθώς ήταν έντονη η δυσκολία από τον καιρό. Με πλωτά μέσα και 7 μποφόρ καταφέραμε να προσεγγίσουμε. Εμείς φύγαμε με δύο σκάφη, ωστόσο στο λιμεναρχείο της Ραφήνας βρήκαμε πολλά πλωτά μέσα του λιμενικού, τα οποία κατά τη διάρκεια της νύχτας έγιναν 13. Βρήκαμε επίσης 20 σκάφη ιδιωτών τα οποία τα είχε συντονίσει το λιμεναρχείο της Ραφήνας και ακόμα περισσότερα τα οποία είχαν κληθεί αυτοβούλως», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Video του Alpha από τις προσπάθειες των αστυνομικών και των ανδρών της ΜΥΑ
«Άχρηστοι οι ασύρματοι. Ορατότης μηδέν»
Για το σοβαρό θέμα της δυσλειτουργίας των ασυρμάτων τοποθετήθηκε, μιλώντας στο zougla.gr, και ο πρόεδρος των Ειδικών Φρουρών κ. Βασίλης Ντούμας. Όπως ανέφερε ο κ. Ντούμας, οι αστυνομικοί κουβαλούσαν δύο συσκευές -μία για αναλογικό και μία για ψηφιακό δίκτυο- οι οποίες ήταν «κουφές» και «μουγκές».
«Δεν μπορούσαν να δεχθούν εντολές, να διαβιβάσουν, να μεταφέρουν την κατάσταση και τον κίνδυνο. Λειτουργούσαν πρωτόγονα. Δεν είχαν το όπλο της επικοινωνίας αλλά μόνο τον ηρωισμό τους. Συνεννοούνταν με τα κινητά τηλέφωνα τα οποία έδιναν σε κατοίκους ώστε όταν θα προκύψει κάτι να επικοινωνήσουν. Και μετά μιλάμε για κεντρική κατεύθυνση και καθοδήγηση. ορατότης μηδέν. Οι κινήσεις των αστυνομικών ήταν αυτόβουλες. Λειτούργησαν με δική τους ευθύνη, με αυτοθυσία και με το ένστικτό τους» σημείωσε μεταξύ άλλων.
Η εν λόγω κατάσταση του επικοινωνιακού εξοπλισμού, η οποία βασανίζει εδώ και καιρό την ΕΛ.ΑΣ., αποτελεί στην ουσία «απόνερο» του πιο ακριβού συστήματος ασφαλείας που είχε αγοράσει η Αθήνα πριν από 14 χρόνια, το 2004.
Ο λόγος για το C4i, το οποίο είχε τη δυνατότητα να συντονίζει τις υπηρεσίες ασφαλείας και δεν λειτούργησε ποτέ, αφήνοντας στην πραγματικότητα χωρίς ασφάλεια τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, ενώ εκτόξευσε το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα. Άλλωστε, όπως είχε προκύψει από συνομιλίες μεταξύ του Μιχάλη Χριστοφοράκου και συνηγόρων του που είχε φέρει στο φως ο δημοσιογράφος Μάκης Τριανταφυλλόπουλος, ο μόνος λόγος ύπαρξης του C4i ήταν η υφαρπαγή δημοσίου χρήματος.